Η αρχή και το τέλος του "Leviathan"γεμίζει την μεγάλη οθόνη με εικόνες συγκλονιστικής ομορφιάς, με κουφάρια κτηνών της θάλασσας και ναυάγια πλοίων που κείτονται στην ερημική παραλία, με τον ορίζοντα και την επιφάνεια της θάλασσας να θολώνουν τα μεταξύ τους όρια και την μουσική του Philip Glass (συγκεκριμένα, αποσπάσματα από την Akhnaten όπερά του, του 1983) να αποκαλύπτει ότι η ταινία θα μπορούσε κάλλιστα να είναι μια βιβλική ιστορία, από εκείνες που ταλαιπωρούν τους ήρωές τους μέχρι να τους οδηγήσουν στην δικαίωση και την επιβράβευση ενός δίκαιου Θεού. Μόνο που το Levithan δεν είναι μια τέτοια ιστορία.
Και όχι γιατί ο ήρωας δεν ταλαιπωρείται, όντως. Ούτε γιατί δεν έχει όντως βιβλικές προεκτάσεις. Εξάλλου, ολόκληρη η ιστορία του Κόλια, ο οποίος βρίσκει την ζωή του να έρχεται άνω κάτω όταν ο δήμος ζητά το σπίτι του για απαλλοτρίωση για να δει στην συνέχεια την ίδια του την οικογένεια - αλλά και την ελευθερία του- να απειλείται, μπορεί να θεωρηθεί ως μια ελεύθερη διασκευή της ζωής του Ιώβ, ο οποίος έμεινε στην ιστορία για την μνημειώδη υπομονή του απέναντι στις αδικίες. Αντιθέτως, το Leviathan δεν είναι μια βιβλική ιστορία γιατί εδώ όχι μόνο δεν έχει λόγο ο Θεός παρά κάνει την εμφάνισή του μόνο μέσα από την παραμορφωμένη οπτική της εκκλησίας. Δύσκολα τα πράγματα κοινώς.
Ο Zvyagintsev εξάλλου είναι σαφής στον σκοπό του, ακόμα κι αν φαίνεται ότι στην αρχή η ταινία του πραγματεύεται μια απλή κοινωνική αδικία. Στην πορεία, η αφήγηση λαμβάνει ευρύτερη κλίμακα και γίνεται εμφανές πως η ιστορία του Κόλια δεν είναι μια απλή προσωπική ιστορία αλλά η περιγραφή ενός ολόκληρου κράτους, που βασίζει την ισχύ του στον εκφοβισμό, τις άνομες τακτικές, τον τυχοδιωκτισμό, τις χαλαρές ηθικές αξίες, τα ψεύτικα ορόσημα. Εκεί όπου οι πολίτες κατέχουν όπλα με αμφισβητήσιμο τρόπο απόκτησης και τα χρησιμοποιούν στα πικ-νικ για διασκέδαση, με στόχο τα πορτρέτα των πολιτικών του παρελθόντος, γιατί "οι καινούριοι δεν έχουν ακόμα πεθάνει". Εκεί όπου η πηγή της κακοτυχίας ορίζεται απλά ως η μη συμμόρφωση στις θρησκευτικές υποχρεώσεις και μάλιστα σύμφωνα με τις δηλώσεις των επίσημων κοινωνών της θρησκείας.
Το σενάριο του Zvyagintsev επιδέξια μπερδεύει τις αφηγήσεις και αλλάζει τροπή, ξενίζοντας αρχικά, αλλά σταδιακά αποκαλύπτοντας το πραγματικό του εύρος για να καταλήξει σε ένα δυνατό κρεσέντο, που δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας. Αυτή είναι και η μόνη (αλλά σημαντική) ένστασή μου για την ταινία: ότι καταλήγει να είναι προφανής και διδακτική, τελειώνοντας με ένα τέταρτο που επαναλαμβάνει ουσιαστικά το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά, κάτι που κάνει σαφώς δραματική την αποτύπωση της αφήγησης αλλά και περιττά επεξηγηματική. Εξάλλου, μέχρι τότε ήδη τα πάντα έχουν γίνει κατανοητά. Η περαιτέρω επεξήγηση του απλά μειώνει την αιχμή του τελικού αποτελέσματος και υποτιμά την κρίση του ίδιου του θεατή.
Όταν στο τέλος, ξανασυναντήσουμε το κουφάρι του Λεβιάθαν, τίποτα δε θα είναι πια το ίδιο. Αλλά και, κατά μία έννοια, τίποτα δε θα έχει αλλάξει. Οι ίδιες υπόγειες δυνάμεις θα έχουν τον τελευταίο λόγο, οι ίδιες ανομίες θα είναι που τελικά επικρατούν, τα ίδια κακώς κείμενα θα είναι εκείνα που θα ορίζουν το τελικό αποτέλεσμα. Μήπως αυτός είναι τελικά και ο λόγος που η Ρωσία επέλεξε την ταινία για την εκπροσώπηση στα ξενόγλωσσα Όσκαρ, το "όσο κι αν φωνάζετε, εμείς θα εξακολουθούμε να κάνουμε το ίδιο"; Σε κάθε περίπτωση, παρά τις όποιες ενστάσεις, το σινεμά του Zvyagintsev παραμένει άμεσο, επίκαιρο, αγωνιώδες και αφορά, δυστυχώς, όχι μόνο την Ρωσία του σήμερα αλλά και ένα μεγάλο μέρος του λεγόμενου "πολιτισμένου" κόσμου. Και αυτό το κάνει απόλυτα τρομακτικό. (3,5*/5)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου