Πόσο "Cinéma vérité" είναι η καταγραφή του σήμερα στην Συρία; Πόσο μιούζικαλ κάνει την κινηματογράφηση η συνεχής "μουσική" συνοδεία των πυροβολισμών και των εκρήξεων; Πόσο ιστορία των "1001 Νυχτών" αποτελεί η αφήγηση μιας "εξωτικής" πραγματικότητας; Ο Οσάμα Μοχάμεντ αγαπά το σινεμά αλλά, κυρίως, αγαπά την πατρίδα του και το "Silvered Water, Syria Self-portrait", πολυ-βραβευμένο ήδη (με πρεμιέρα στις ειδικές προβολές του φεστιβάλ των Καννών και βραβείο καλύτερου ντοκιμαντέρ στο φεστιβάλ του Λονδίνου) και πολυ-συζητημένο, είναι ένα γράμμα αγάπης προς αυτή, μια αυτοπροσωπογραφία του τώρα και η αγνή, αλογόκριτη αλήθεια ταυτόχρονα, η φωνή ενός δημιουργού αλλά, κυρίως, η κραυγή μιας ολόκληρης χώρας.
«Στη Συρία του σήμερα, χρήστες του YouTube πρώτα τραβούν βίντεο και μετά πεθαίνουν, ενώ άλλοι πρώτα σκοτώνουν και μετά τραβούν βίντεο. Στο Παρίσι, ωθούμενος από την απέραντη αγάπη μου για τη Συρία, διαπιστώνω πως μπορώ μόνο να τραβάω πλάνα του ουρανού και να μοντάρω το υλικό που ανεβαίνει στο YouTube. Μέσα από την ένταση που μου προκαλεί η εξορία μου στη Γαλλία ενώ στην πατρίδα μαίνεται η επανάσταση, προέκυψε μια συνάντηση. Mία νεαρή Κούρδισα σκηνοθέτις από τη Χομς ξεκίνησε να μου μιλά σε "τσατ", ρωτώντας με: "Αν η κάμερά σου ήταν εδώ, στη Χομς, τι θα τραβούσες;" Το Silvered Water είναι η ιστορία αυτής της συνάντησης.» εξομολογείται ο σκηνοθέτης και, πραγματικά, δε θα μπορούσε να περιγράψει καλύτερα την αλήθεια.
Το ντοκιμαντέρ αποτελείται από 1001 εικόνες που ο Μοχάμεντ μόνταρε από το διαδίκτυο είτε παρέλαβε ως κληρονομιά από την Μπεντιρξάν (Silvered Water είναι η αγγλική μετάφραση του ονόματός της), χωρίζοντας την καθημερινότητα σε κεφάλαια που κλείνουν το μάτι στην ιστορία του κινηματογράφου ("Douma Mon Amour"), αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα ότι και ο ίδιος δημιουργεί την ίδια στιγμή κινηματογραφική ιστορία. Θα μπορούσε κανείς να τον κατηγορήσει για πρόκληση εύκολου σοκ (τα κλιπάκια περιέχουν πολλές σκληρές σκηνές, ενώ πυροβολισμοί, τραυματισμοί και ποτάμια ανθρώπινου αίματος παραμένουν αλογόκριτα), όμως, η ειλικρίνεια και η αλήθεια της καταγραφής είναι τόσο έντονη, που γίνεται άμεσα κατανοητό πως τίποτα δεν στοχεύει σε κάτι παραπάνω από την αποκάλυψη της πραγματικότητας. Ταυτόχρονα, επαναλαμβανόμενες σκηνές αντικρουόμενων συναισθημάτων (η γέννηση ενός παιδιού αντιπαραβάλλεται συνέχεια με τον βασανισμό ενός κρατουμένου) προσδίδουν στην αφήγηση ένα σημείο αναφοράς για το μέλλον και την διαρκή του σύγκρουση με το παρόν.
Η παράλληλη ανάγνωση του τσατ των δύο σκηνοθετών προσδίδει μια αίσθηση making-of στην ιστορία και δίνει μερικές λεπτομέρειες σχετικά με την ανάγκη που νιώθουν και οι δύο για την ολοκλήρωση αυτού του project, όμως, ταυτόχρονα απομακρύνει με ποιητικές φράσεις και φιλοσοφικές προεκτάσεις (κάτι που γενικά είναι χαρακτηριστικό του κινηματογράφου της Συρίας - εξάλλου το φιλμ επιμένεις μέχρι τέλους ότι είναι ταινία) το επίκεντρο της αφήγησης από το πραγματικό κέντρο του σύμπαντος. Καταλαβαίνει, όμως, κανείς την ανάγκη για να γίνει αυτό. Το 2011, ο Μοχάμεντ έφυγε από την Συρία με προορισμό τις Κάννες ως μάρτυρας. Οι ενοχές του για την "φυγή" του, σε συνδυασμό με την ζωντάνια της Μπεντιρξάν, ώθησαν στην δημιουργία αυτού του ντοκουμέντου, από τις ίδιες τις φωνές των κατοίκων και των αφηγήσεών τους.
Βασανισμοί, φόνοι, εκτελέσεις στις διαδηλώσεις, εκρήξεις, περιπλανήσεις ακροτηριασμένων ζώων στο έρημο αστικό τοπίο δημιουργούν μια εναλλακτική αφήγηση της Σεχραζάντ, στην οποία η κάμερα μπορεί να αλλάζει χέρια, η συλλογική εξιστόρηση, όμως, παραμένει κοινή. Στα 90 λεπτά της ταινίας, υπάρχουν στιγμές που δεν αντέχεις περισσότερο, που έχεις την ανάγκη να φωνάξεις "όχι άλλο". Ακριβώς αυτό, όμως, δεν αποδεικνύει ότι οι σκηνοθέτες πραγματοποίησαν τον σκοπό τους, κάνοντάς μας κοινωνούς του οράματός τους; Ο Μοχαμάντ και η Μπεντιρξάν, εξάλλου, δεν έχουν στόχο να περιγράψουν τον πόλεμο αλλά την κοινωνική κατακραυγή, Για αυτό και η ταινία αφιερώνεται στον Ομάρ, ένα παιδί που μεγαλώνει στα ερείπια έχοντας απόλυτη γνώση σε ποια σημεία της γειτονιάς υπάρχουν ελεύθεροι σκοπευτές. Ο Ομάρ (όπως και το νεογέννητο που ανοίγει το φιλμ) είναι το μέλλον. Και οι δημιουργοί δεν έχουν πάψει να ελπίζουν σε αυτό. (3,5*/5)
Η ταινία προβάλλεται στην αίθουσα ΤΖΟΝ ΚΑΣΣΑΒΕΤΗΣ την Παρασκευή, 13 Μαρτίου στις 22:30 και σε επανάληψη στην ίδια αίθουσα την Κυριακή, 15 Μαρτίου στις 15:00.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου