Περισσότερο μια ερμηνεία του έργου του Fassbinder μέσα από την προσωπικότητά του (ή έστω μια καταγραφή της προσωπικότητάς του μέσα από το έργο του) παρά μια ξερή βιογραφική αγιογραφία που τσεκάρει σταθμούς σε μία προκαθορισμένη πορεία, το "Fassbinder – To Love Without Demands" προσπαθεί να αποκαλύψει (ή τουλάχιστον να πλησιάσει) την πολύπλοκη ιδιοφυΐα ενός από τους πιο παραγωγικούς, ιδιαίτερους και, τελικά, μοναδικούς σκηνοθέτες που υπήρξαν ποτέ, μέσα από την προσωπικά ματιά ενός φίλου και πολύ λιγότερο μέσα από το ίδιο το αρχείο της φιλμογραφίας του. Ο Christian Braad Thomsen, εξάλλου, υπήρξε φίλος του Fassbinder σχεδόν όσο διήρκεσε και η δεκαπενταετής περίοδος της φιλμογραφίας του σκηνοθέτη, από τα πρώτα γιουχαϊτά στο φεστιβάλ του Βερολίνου του 1969 για το "Love is Colder Than Death" μέχρι την τελευταία τηλεφωνική τους επικοινωνία λίγο πριν τον θάνατο του Fassbinder το 1982 από "παραγωγική υπερκόπωση" όπως το θέτει ο Thomsen (ή υπερβολική δόση κοκαΐνης, όπως είναι το επίσημο πόρισμα).
Ανάμεσα σε αυτό το διάστημα, ο Fassbinder υπέγραψε πάνω από 40 ταινίες, θεατρικά έργα και τηλεοπτικές παραγωγές, χωρίς να υπολογίζουμε το επικό, αποτελούμενο από 14 μέρη, "Berlin Alexanderplatz", η πλειοψηφία των οποίων κυμαίνονταν από το πολύ καλό στο αριστουργηματικό, επιβεβαιώνοντας συνεχώς ότι ο Fassbinder απλά δεν ήταν ικανός να κάνει κακές ταινίες, είτε στην αρχή της καριέρας του με το πιο πειραματικό ύφος που απέρριπτε ηθελημένα (και υπερβολικά, μερικές φορές) τις μέχρι τότε επιβεβλημένες κινηματογραφικές φόρμες, είτε αργότερα, όταν αποδέχθηκε τις αμερικανικές τεχνοτροπίες όσον αφορά το "γυάλισμα" της εικόνας και της παραγωγής, παραμένοντας, ταυτόχρονα, πιστός στις δραματουργικές αρχές του. "Ένας Ευρωπαίος σκηνοθέτης δεν μπορεί να είναι αφελής όπως ένας Αμερικανός σκηνοθέτης, αν και είμαι σίγουρος ότι, κάποια στιγμή, θα μπορέσω να πω μια απολύτως αφελή ιστορία" εξομολογείται ο ίδιος στην κάμερα.
Ο Thomsen χρησιμοποιώντας αρχειακό υλικό συνεντεύξεων του Fassbinter αλλά κυρίως κορμό μια μεταξύ τους αδημοσίευτη μέχρι τώρα συζήτηση σε ένα ξενοδοχείο των Καννών, με έναν Fassbinter κατάκοπο, εξαντλημένο και με το ποτό στο χέρι, δημιουργεί ουσιαστικά ένα πορτρέτο που προσπαθεί να διαβάσει ανάμεσα στις σκηνές και τα σενάρια τον ίδιο τον σκηνοθέτη, τις φοβίες του και όλα όσα των επηρέασαν στα παιδικά του χρόνια (σύντομες σκηνές από τα "The Bitter Tears of Petra Von Kant," "Martha" "Ali: Fear Eats the Soul," "Effie Briest", μεταξύ άλλων, βρίσκουν την θέση τους στο φιλμ). Για αυτό χωρίζει και την αφήγηση σε κεφάλαια, από τα παιδικά χρόνια του σκηνοθέτη και τις πολιτικές του απόψεις μέχρι την σχέση του με τους ηθοποιούς του (ίσως το πιο ενδιαφέρον κομμάτι του ντοκιμαντέρ) και τον ίδιο του τον εαυτό, προσθέτοντας στις δικές του μαρτυρίες και δύο καινούριες συνεντεύξεις της Irm Hermann και του Harry Baer, δύο ανθρώπων δηλαδή που εισήχθησαν στον κόσμο του κινηματογράφου από τον ίδιο τον Fassbinder.
Λόγω της ολιστικής προσέγγισης ζωής και κινηματογράφου που ακολουθούσε ο σκηνοθέτης, είναι πολύ δύσκολο να γίνει ξεκάθαρο πού τελείωνε το ένα και ποια ήταν η αφετηρία του άλλου και ο Thomsen αρέσκεται στο να αφηγείται ιστορίες που φέρνουν τον Fassbnder υπαίτιο για μια απόπειρα αυτοκτονίας (της Hermann) και έναν, όντως, θάνατο (του Armin Meier). Η αλληλεπίδραση μεταξύ του σκηνοθέτη, των ηθοποιών, των ανθρώπων πίσω από τις ιδιότητες, των ρόλων και της ίδιας της πραγματικότητας δημιουργεί ένα εντυπωσιακό σύμπαν, που ο Thomsen αφηγείται με εντυπωσιακή ψυχραιμία και νηφαλιότητα. Επιπρόσθετα, η πολυπλοκότητα της σχέσης του Fassbinder με την μητέρα του (η οποία ήταν ο ορισμός του Οιδιπόδειου συμπλέγματος, στο φιλμ υπάρχει και μια αστεία αλλά άβολη εξομολόγηση του Fassbinder σχετικά με το ενδεχόμενο σεξουαλικής σχέσης με την μητέρα του) προσθέτει επιπλέον μυστήριο την ιδιοσυγκρασία ενός σκηνοθέτη που έμοιαζε να είναι ένα παιδί που δεν μεγάλωσε ποτέ και ταυτόχρονα ένας συναισθηματικός εκβιαστής, συνδυασμός που χωρίς αμφιβολία λειτουργούσε απόλυτα στις ταινίες αλλά δημιουργεί ερωτηματικά όσον αφορά το αποτέλεσμα που είχε στους συνεργάτες του (η απουσία της Hanna Schygulla στο ντοκιμαντέρ είναι μια σημαντική απώλεια).
Στο τέλος, αυτό που μένει είναι ένας απερίγραπτος θαυμασμός για τον Fassbinder αλλά και μια αίσθηση απορίας σχετικά με το ποια θα μπορούσε να είναι η εξέλιξη ενός τέτοιου μεγαλείου. Ο Thomsen, ευτυχώς, δεν ξεφεύγει σε συναισθηματισμούς, μελοδραματισμούς ή εκβιαστικές εξάρσεις, όμως, καταφέρνει να κάνει σαφή τόσο την εκτίμησή του όσο και την καταδίκη μερικών πτυχών (από τις άπειρες) του εκκεντρικού σκηνοθέτη, Ουσιαστικά, από τα πρώτα γιουχαϊτά που ακούγονται στο ντοκιμαντέρ, μέχρι την καθολική αποδοχή του τέλους, ο Thomsen δημιουργεί τελικά ένα σύνολο από ορμές, που μας ζητά να ερμηνεύσουμε μέσα στο πολυπληθές έργο του Fassbinder. Εκεί, εξάλλου, εξακολουθεί να ζει ο σκηνοθέτης και μόνο εκεί θα μπορέσουμε να βρούμε τις απαντήσεις. Το θέμα είναι, αν θα μπορέσουμε να τις αναγνωρίσουμε. (3,5*/5)
H ταινία προβάλλεται στην αίθουσα ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΡΝΕΣ την Παρασκευή, 13 Μαρτίου στις 18:00 και σε επανάληψη στην αίθουσα ΤΖΟΝ ΚΑΣΣΑΒΕΤΗΣ την Τετάρτη, 18 Μαρτίου στις 17:30.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου