Πόσο σιχαμένος μπορεί να είσαι, ρε Λαρς Φον Τρίερ; Προκαλείς πάντα με δηλώσεις, δρας ακραία μόνο και μόνο για την δημοσιότητα και κάνεις δηλώσεις που θα έκαναν οποιονδήποτε άλλον να κλειστεί πίσω από διπλοκλειδωμένα λουκέτα. Και μετά κινηματογραφείς ταινίες όπως το Melancholia, που κάνουν τον άλλον να ξεχνά την μεγαλομανή σου φύση και να παραδίδεται στο μεγαλείο των εικόνων σου και τον μηδενισμό της ανθρωπιάς και να μένει στο τέλος να κοιτά κενός την οθόνη. Είσαι πολύ σιχαμένος, τελικά.
Έπειτα από μια αφηρημένη και υπνωτιστική εισαγωγή, που παραπέμπει σε πίνακες ζωγραφικής, όπως αυτοί που μελετώνται στα ανοιγμένα βιβλία του John (Kiefer Sutherland), και υπό τους ήχους του Πρελούδιου της πρώτης πράξης του Τριστάνος και Ιζόλδη του Βάγκνερ, ο Τρίερ συστήνει τις δύο βασικές πρωταγωνίστριές του, την Justine (Kirsten Dunst) και την αδερφή της Claire (Charlotte Gainsbourg), την ημέρα του γάμου της πρώτης με τον Michael (Alexander Skarsgård). Είναι η πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής της αλλά μπορεί και όχι. Και η Claire τα έχει όλα υπό έλεγχο. Εκτός από την ανησυχία της για την επικείμενη "συνάντηση" της Γης με τον πλανήτη Melancholia, του οποίου η τροχιά ενδέχεται να προσκρούσει πάνω της.
Η Justine φαίνεται να καταρρέει σταδιακά, δίνοντας έδαφος στην παθολογική της μελαγχολία να την κατακτήσει, ενώ οι συγγενείς και οι καλεσμένοι επιδεικνύουν τα χειρότερα της ανθρώπινης φύσης, με κωμικές πινελιές καμουφλαρισμένα, όπως και στην πραγματικότητα, ωθώντας την όλο και περισσότερο προς την τελική κατάρρευση. Η Claire είναι εκεί για να την βοηθήσει, όχι όμως για πολύ καθώς όταν στο δεύτερο μέρος οι ρόλοι αντιστραφούν και οι υπαρξιακές ανησυχίες της γίνουν πραγματικότητα (κυριολεκτικά), η αλαφροΐσκιωτη Justine θα συμβιβαστεί με τον μηδενιστικό κόσμο γύρω της και την θνησιμότητα των πάντων και θα γίνει η σταθερότητα που έχει ανάγκη η Claire τη στιγμή πριν το τέλος.
Κι αν όλα αυτά ακούγονται πεσιμιστικά και καταθλιπτικά, είναι γιατί όντως είναι. Ο Λαρς Φον Τρίερ ξεκινά με μία φαινομενικά ανάλαφρη διάθεση, για να ρουφήξει σταδιακά το οξυγόνο από το κοινό, ακριβώς όπως κάνει και ο Melancholia όταν πλησιάζει την γήινη ατμόσφαιρα. Οι άνθρωποι παραδίδονται στις αδυναμίες τους, ξεχνούν οποιαδήποτε σταγόνα ανθρωπιάς και αρχίζουν να δρουν ακραία, ενώ την ίδια στιγμή η φύση έχει αποδεχτεί τη θνητή της φύση και σιωπεί περιμένοντας καρτερικά το μοιραίο.
Τα θερμά πλάνα του πρώτου μέρος αντικαθίστανται από τα ψυχρά φίλτρα του δεύτερου και η ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα προσθέτει μια απόκοσμη ομορφιά στην καταστροφή. Στυλοβάτες σε όλη την δημιουργία η Dunst και η Gainsbourg, που δεν είναι ποτέ υπερβολικές, ποτέ κραυγαλέες ή θεατρικές αλλά πάντα αφοσιωμένες και εσωτερικές, με ματιές που ουρλιάζουν λέξεις και αισθήματα.
Το πολύ καλό Melancholia, όσο παράξενο κι αν ακούγεται, είναι η πιο συμβατική ταινία του Τρίερ (Ίσως εκεί να οφείλεται εξάλλου και η ανάγκη του σκηνοθέτη να προκαλέσει τις εντυπώσεις με τις δηλώσεις του περί ναζισμού και σχεδίων δημιουργίας ταινίας ερωτικού περιεχομένου στο μέλλον). Παρόλα αυτά, ίσως είναι και η περισσότερο απαισιόδοξη, καθώς δεν αφήνει κανένα περιθώριο διαφυγής υποστηρίζοντας μερικώς, ότι όταν έρθει το τέλος, ίσως καλό θα ήταν να το υποδεχτείς και να απολαύσεις την καταστροφή γύρω σου. Ο Καρυωτάκης θα ήταν περήφανος.
ΥΣ: Κι επειδή η ταινία είναι οπτικός οργασμός, παρακάτω παρατίθενται ορισμένα επιπλέον stills από την ταινία for your viewing pleasure only.
"Sometimes, I hate you so much, Justine..."
( . ) ( . )
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι, ήταν εξαιρετικά.
ΑπάντησηΔιαγραφήto aisthima tou epikeimenou hamou..kiriarxise nomize sthn tainia eidika sto meros 2,kai apodothike teleia..apsogi kritiki dimitri,pragmatika harma ofthalmwn i tainia!(o kiefer sutherland telika mono sto 24 katafernei na swsei to kosmo,edw lipopsihise hahah)
ΑπάντησηΔιαγραφή