Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2012

Νύχτες Πρεμιέρας 2012: V/H/S Review

Μία ομάδα νεαρών προσλαμβάνεται από έναν μυστηριώδη άγνωστο για να εισβάλλει σε ένα σπίτι με σκοπό να βρει και να πάρει στα χέρια της μία κασέτα με άγνωστο περιεχόμενο. Φυσικά, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά καθώς η παρέα βρίσκει στο σπίτι ένα πτώμα και μία σωρό βιντεοκασετών, με περιεχόμενο όλο και πιο διεστραμμένο όσο προχωρά η αναζήτηση. Τι δουλειά μπορεί να έχουν εκεί τελικά και πόσο ασφαλείς είναι;


Το V/H/S χρησιμοποιεί την παραπάνω υπόθεση ουσιαστικά ως αφορμή για να παρουσιάσει μια ανθολογία μικρών ταινιών τρόμου, δημιουργημένη από τους πιο υποσχόμενους νέους Αμερικανούς σκηνοθέτες. Η θεματολογία της προέρχεται από διάφορες περιοχές της γεωγραφίας του είδους, προσθέτοντας το στοιχείο του found footage αλλά ενσωματώνοντας παράλληλα τις νέες τεχνολογίες στο παιχνίδι σε μία vintage συσκευασία. Επιπλέον, το σπονδυλωτό της ταινίας λειτουργεί εξαιρετικά καλά γιατί αφαιρεί από τον τρόμο όλο το βαρετό exposition της αρχής και ασχολείται μόνο με το κυρίως πιάτο πολλαπλές φορές.

Στο "Amateur Night" του David Bruckner (The Signal), ίσως το πιο ανάλαφρα γκροτέσκο από όλα τα segments, τρία κολεγιόπαιδα αποφασίζουν να το ρίξουν έξω με στόχο το ποτό και το σεξ. Ύστερα από άπειρα σφηνάκια και ποτά, καταλήγουν σε ένα μοτέλ με δύο από τις κοπέλες που γνώρισαν, έτοιμοι για την απόλαυση της βραδιάς. Ίσως, όμως, τελικά, να μην έκαναν την καλύτερη επιλογή συνοδών.

Στο "Second Honeymoon" του Ti West (του εξαιρετικού House Of The Devil και του περισσότερο συμβατικού Innkeepers) ένα ζευγάρι πραγματοποιεί road trip καταγράφοντας τις προσωπικές τους στιγμές. Ένα βράδυ, όμως, που θα σταματήσουν για διανυκτέρευση σε ένα μοτέλ, θα παρατηρήσουν μία άγνωστη γυναίκα να τους παρακολουθεί. Σε αυτό το, κατά τα άλλα αδιάφορο, κομμάτι της ταινίας,  το ενδιαφέρον twist είναι ότι δεν έχει τόσο σημασία τι καταγράφει η κάμερα αλλά ποιος τελικά το καταγράφει.

Στο "Tuesday the 17th" του Glenn McQuaid (I Sell the Dead), η θεματολογία πηγαίνει σε "cabin in the woods" χωράφια, με μία παρέα (δύο αγόρια, δύο κορίτσια, ξέρεις τώρα) που κατευθύνεται προς ένα απομονωμένο σπίτι στο δάσος αλλά γίνεται βορά ενός μανιακού δολοφόνου, αρκετά διαφορετικού από όσο έχουμε συνηθίσει. Το segment προφανώς και είναι ένα ελαφρύ spoof των slasher films των '80ς (όπως μαρτυρά και ο τίτλος) με πολύ καλή ατμόσφαιρα και έξυπνη, "υπερφυσική" χρήση των περιορισμών της βιντεοκάμερας, μαζί με γερές δόσεις gore και δράσης

To "The Strange Thing That Happened to Emily When She Was Younger" των Joe Swanberg και Simon Barrett είναι το πιο ξεχωριστό από όλα και με διαφορά αυτό που προκαλεί τον μεγαλύτερο τρόμο στον θεατή. Γυρισμένο εξολοκλήρου ως skype συνομιλία, καταφέρνει να κάνει τον θεατή να ψάχνει στις γωνίες της οθόνης για στοιχεία και τρομάζει πραγματικά όταν τελικά εμφανίζει τον κίνδυνο. Σε αυτό, η Emily που νιώθει περίεργους πόνους σε κάποια σημεία του σώματός της, εκφράζει στον φίλο της μέσω skype τις ανησυχίες της σχετικά με τους μυστήριους ήχους που ακούει στο σπίτι. Σκέφτεστε paranormal activity, αλλά αυτό το κομμάτι είναι όντως καλό και πηγαίνει σε τελείως διαφορετική κατεύθυνση.

Το halloween entry της ανθολογίας είναι το 10/31/98 των αινιγματικών σκηνοθετών που αυτοσυστήνονται ως Radio Silence, που ακολουθεί μία παρέα παιδιών που πηγαίνουν σε ένα halloween party αλλά μπαίνουν στο λάθος σπίτι, που τυχαίνει να μοιάζει στοιχειωμένο. Όλα φαίνονται μέσα στο κλίμα της ημέρας και τα παιδιά εκτιμούν την ατμόσφαιρα, όταν όμως αρχίσουν να ακούγονται φωνές από την σοφίτα, οι εντυπώσεις θα αρχίζουν να αλλάζουν. Σίγουρα το πιο στιλιζαρισμένο από όλα και το πιο φιλικό στο μάτι, το 10/31/98 καταφέρνει να γίνει ένα αξιόλογο entry στη θεματολογία των haunted houses.

Ο Adam Wingard (του A Horrible way to die και του επερχόμενου You're next, το οποίο υποδέχθηκαν εκστασιασμένοι οι Αμερικανοί στις φεστιβαλικές του προβολές) προσφέρει το συνδετικό κρίκο όλων αυτών, το "Tape Fifty Six", την ιστορία της συμμορίας που ψάχνει την κασέτα δηλαδή, όμως δεν καταφέρνει να προσφέρει τίποτα καινούριο και καταφεύγει σε πολύ γνώριμα μονοπάτια, αναλαμβάνοντας περισσότερο διαδικαστικό ρόλο.

Αν και το υποείδος του found footage στις ταινίες τρόμου, ομολογουμένως, έχει κουράσει, το V/H/S καταφέρνει να παρουσιάσει κάτι καινούριο και, το κυριότερο, απόλυτα απολαυστικό. Εννοείται πως, όπως σε κάθε ανθολογία ταινιών, άλλα κομμάτια είναι χειρότερα και άλλα καλύτερα, όμως το συνολικό επίπεδο διατηρείται υψηλά κυρίως λόγω του ότι κάθε κομμάτι είναι το fun part μιας ταινίας τρόμου, χωρίς άσκοπη ανάπτυξη ή υπερβολική επεξήγηση της μυθολογίας. Αν ξεπεράσει κανείς τα λογικά εμπόδια, τύπου πώς και τελικά αποτυπώθηκαν σε βιντεοκασέτες όλες αυτές οι ταινίες αλλά το δεχθεί ως ένα υπερφυσικό ενδεχομένως status quo, θα περάσει δύο απολαυστικές ώρες αγνού "horror moviing". (3.5*/5)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...