Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2016

Venice Review: Frantz του François Ozon

Υπάρχει κάτι αξιοσημείωτο στο σινεμά που αρέσκεται να δημιουργεί ο Ozon: δεν είναι ποτέ βαρετό. Ετερόκλητο, σχιζοφρενικό, ενίοτε εκτροχιασμένο, ναι. Βαρετό, όμως, ποτέ. Πάντα έχει μια ενέργεια, μια σαφή επίγνωση του τι κάνει και μια συνεχή διάθεση για παιχνίδισμα και πειραματισμό που αψηφά τα είδη και τον οδηγεί συχνά σε αχαρτογράφητες, επικίνδυνες περιοχές. Το "Frantz" αποτελεί κομμάτι αυτού του σύμπαντος όχι με την έννοια του πειραματισμού (θα λέγαμε ότι είναι μάλλον από τις πιο "παραδοσιακές" ταινίες του) αλλά με την έννοια ότι και πάλι ο Ozon αγκαλιάζει το είδος που υπηρετεί (το ερωτικό, ιστορικό δράμα στη συγκεκριμένη περίπτωση) και βρίσκει τον προσωπικό του τρόπο να το αναδείξει, δίνοντας προσοχή ακόμα και στην παραμικρή λεπτομέρεια. 


Βρισκόμαστε λίγο μετά το τέλος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου και η Γερμανίδα Anna θρηνεί τον Frantz, τον αγαπητικό που έχασε στον πόλεμο. Μια μέρα, πηγαίνοντας στον τάφο του, βρίσκει εκεί έναν άγνωστο Γάλλο να έχει ήδη αφήσει λουλούδια στην μνήμη του νεκρού (τον Pierre Niney του "Yves Saint Laurent" [letterboxd] σε έναν ακόμα ευαίσθητο ρόλο που παίζει με τις εσωτερικές σκέψεις, τις ανεπαίσθητες κινήσεις του σώματος και το εκφραστικό βλέμμα). Η πραγματική σχέση του Adrien με τον Frantz αποτελεί κομμάτι της εξερεύνησης της ταινίας όπως και η ανθίζουσα σχέση του με την Anna, τους γονείς του Frantz, το παρελθόν και την μελλοντική πορεία της ίδιας του της ζωής. Η ασπρόμαυρη φωτογραφία της ταινίας άλλωστε αποτελεί κομμάτι αυτής της εξερεύνησης. Υπάρχουν στιγμές που το χρώμα πλημμυρίζει τα κάδρα (σε μία κλισέ επιλογή που όμως ο Ozon αναμενόμενα υποστηρίζει με συνέπεια μέχρι το τέλος). Όμως αυτή η ασπρόμαυρη πραγματικότητα είναι ο ουσιαστικός κόσμος της ταινίας και εκεί όπου πάντα επιστρέφουν οι ήρωές της.

Καλό είναι να μην γνωρίζει κανείς περισσότερα στοιχεία για την πλοκή της ιστορίας (όχι ότι ο Ozon πουλάει την ταινία ως δράμα ανατροπών αλλά και πάλι), αξίζει όμως να έχει υπόψη την ενδιαφέρουσα διχοτόμησή της. Στα μισά του φιλμ, η αφήγηση αντιστρέφεται, στοιχεία του πρώτου μέρους καθρεφτίζονται σε μια σειρά αντίστοιχων γεγονότων και μια ιστορία που μέχρι τότε βασιζόταν κυρίως στο συναίσθημα και το μελόδραμα γίνεται κάτι μεγαλύτερο που αφορά τα κατάλοιπα του πολέμου, τον προσωπικό αγώνα κάποιου μακριά από το πεδίο της μάχης και την προσπάθεια όλων για ομαλή επιστροφή σε έναν ειρηνικό κόσμο που δεν μπορεί να αγνοήσει τις απώλειες. Ο Ozon ανάμεσα σε όλα αυτά δεν χάνει τον προσανατολισμό του, ούτε παρασύρεται από την παγίδα του να αγιοποιήσει τους ήρωές του παρά παραμένει ψύχραιμος με σαφή διάθεση να τους καταλάβει και να κατανοήσει τον λόγο που ενήργησαν έτσι. Αυτό ειδικά είναι εμφανές όχι μόνο στην περίπτωση της Anna αλλά και στους γονείς του Frantz, οι οποίοι καλύπτουν μια πιο σύνθετη παράμετρο ξενοφοβίας, πέρα από την συζυγική αγάπη και την απώλειά της από τον εχθρό.

Ένα κείμενο για το Frantz δε θα μπορούσε να μην περιλαμβάνει και μια παράγραφο ωδή για την πρωτοεμφανιζόμενη Paula Beer, η οποία μεταδίδει και την μελαγχολία της εξόδου από τον πόλεμο, και την αβεβαιότητα για την αντίθεση ανάμεσα σε αυτά που προστάζει η καρδιά και η καθιερωμένη ηθική, και το μίσος που προκύπτει από την απώλεια, και την ευαισθησία μιας ανοιχτής στο μέλλον ψυχής. Η Beer αριστεύει σε κάθε παράμετρο της ερμηνείας που καλείται να δώσει, άλλη μία απόδειξη της ικανότητας του Ozon να παίρνει το καλύτερο από τους ηθοποιούς του και να αποτυπώνει το συναισθηματικά περίπλοκο χωρίς να γίνεται απροκάλυπτα προφανές. Μπορεί το "Frantz" να αφορά μια σχετικά απλή ιστορία, χωρίς περιττούς εντυπωσιασμούς ή εξελίξεις που κόβουν την αναπνοή, όμως κάτω από την επιφάνεια είναι αρκούντως πολύπλοκο και εξαιρετικά ευαίσθητο, ακριβώς όπως και η ερμηνεία της Beer.

Σαφώς και είναι πιο "παλιομοδίτικο" σε σχέση με τις προηγούμενες ταινίες του σκηνοθέτη και σαφώς ο ρυθμός είναι αργός και περισσότερο απευθύνεται σε ένα μεγαλύτερο ηλικιακά κοινό, όμως αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Αφενός, το κοινό στο οποίο απευθύνεται είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα λατρέψει την ταινία και, αφετέρου, παρά την βραδύτητα της αφήγησης, το σταδιακό χτίσιμο της ιστορίας είναι αποτελεσματικό και στο τέλος όντως αποδίδει. Στην τελική, ο Ozon νοιάζεται αρκετά για τους ήρωες ώστε να τους στοιχειοθετήσει πλήρως και τρισδιάστατα και η μελό διάσταση της αφήγησης επαφίεται στη διαχρονική και μάλλον κλασική δομή της ταινίας. Το "Frantz" είναι από τα φιλμ που θα χαιρόμουν να πρότεινα στην μητέρα μου, ας πούμε, και, ειλικρινά, δεν υπάρχει τίποτα το ειρωνικό σε αυτό. (3*/5)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...