Κάθε τέλος του χρόνου αποφεύγω να κάνω αυστηρή top 10 λίστα, αφενός γιατί υπάρχουν ακόμα πολλές ταινίες που θα ήθελα να δω πριν την τελική κατάταξη και αφετέρου γιατί οι μνήμες είναι ακόμα νωπές, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να γίνει δίκαιη (αλλά πάντα με τα δικά μου προσωπικά κριτήρια) τελική αξιολόγηση. Παρόλα αυτά, λίγο πριν το τέλος του ημερολογιακού έτους, όπως έγινε και για το πρώτο μισό του 2015, το Frame Game επιχειρεί να κοιτάξει πίσω στον χρόνο και να ξεχωρίσει τις ταινίες ανεξαρτήτως είδους, προέλευσης ή μεγέθους παραγωγής που κατέγραψαν στην μνήμη τα περισσότερα συναισθήματα ή/και έκαναν την καρδιά να χτυπήσει γρηγορότερα. To καλύτερο δε στοιχείο αυτής της χρονιάς είναι ότι σε κάθε μα κάθε ταινία της λίστας υπάρχουν μεμονωμένες σκηνές που με κάνουν να ανατριχιάζω και μόνο στην σκέψη τους όσο συναγωνίζονται για το μεγαλύτερο καρδιοχτύπι ή την συγκίνηση της χρονιάς. Αυτό θα πει σινεμά. Σε κάθε περίπτωση, αυτά είναι τα δέκα (και μερικά επιπλέον honorable mentions) φιλμ που αγάπησε πολύ το Frame Game τους τελευταίους έξι μήνες. Φυσικά, τα σχόλια είναι ανοιχτά για να μοιραστείς κι εσύ μαζί μας ποιες ταινίες σου τράβηξαν μέχρι τώρα περισσότερο την προσοχή. Διαφωνίες, όπως πάντα, καλοδεχούμενες, ενδεχομένως και αναγκαίες.
Ich seh, ich seh (Goodnight Mommy) των Veronika Franz και Severin Fiala
Δεν χρειάζονται περισσότερα από δέκα λεπτά για να βυθιστείς απόλυτα στον κόσμο του "Goodnight Mommy". Αυστηρά πλάνα που μαρτυρούν με την σύνθεσή τους ανείπωτες αλήθειες, μια χρωματική παλέτα που συναντάς ακόμα μόνο στο παραδοσιακό φιλμ και προκαλεί το δέος, ατμόσφαιρα που αξιοποιεί στο έπακρο την ομορφιά της φύσης και τον τρόμο της απομόνωσης, βλέμματα που υπόσχονται ειλικρίνεια αλλά φανερώνουν μια πραγματικότητα σε αμφισβήτηση, ένα μυστήριο που όχι μόνο απαιτεί την λύση του αλλά και απόδειξη για τον αν υπήρχε καν εξαρχής. Όμως, το σκηνοθετικό ντεμπούτο της συζύγου του Ulrich Seidl, Veronika Franz, και του Severin Fiala δεν έχει απλά σκοπό να βυθίσει τον θεατή στον κόσμο του αλλά να τον τρομοκρατήσει ρουφώντας σταδιακά το οξυγόνο από την αίθουσα. Και το καταφέρνει με αξιοθαύμαστη ικανότητα. Το "Goodnight Mommy" είναι και ιστορία ενηλικίωσης, και ιστορία ενδοοικογενειακής αστάθειας αλλά κυρίως μια ισχυρή ιστορία τρόμου, ένα καθαρόαιμο horror διαμαντάκι για γερά στομάχια. Ελάχιστες φορές τελευταία έχω νιώσει τόσο ένταση σε μία προβολή, έτοιμος να απομακρύνω τα μάτια από την οθόνη αλλά τελικά να είμαι ανίκανος για κάτι τέτοιο, βυθισμένος στον τρόμο της ιστορίας. Μερικές θαυμαστές φορές, το χειροκρότημα γίνεται ταυτόχρονο με το ουρλιαχτό και οι τσιρίδες συνώνυμες του ενθουσιασμού, τουλάχιστον για όσους μπορούν ακόμα να αντιδράσουν στο τέλος της ταινίας. Και το "Goodnight Mommy" είναι μια τέτοια ταινία. Frame Game Review εδώ και εδώ.
The Lobster του Γιώργου Λάνθιμου
Ολόκληρη η σκηνή υπό τους ήχους αυτού του τραγουδιού, η φωνή της Rachel Weisz, ο χορός της Arianne Labed, οι Κυνοδοντικές αντηχήσεις της νοηματικής γλώσσας και του ίδιου του φινάλε, το σαρδόνιο χιούμορ, η σαρκαστική διάθεση, η εντυπωσιακά εκτενής βία της ιστορίας χωρίς να φτάνει τελικά ίχνος της στην οθόνη, η εξαιρετικά πυκνή αφήγηση που χωρίζει το φιλμ σε δύο υπο-ταινίες ουσιαστικά, η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΘΥΜΙΟΥ ΜΠΑΚΑΤΑΚΗ, η βρετανίλα και ταυτόχρονα η εντοπιότητα των διαλόγων και τόσα, ΤΟΣΑ ακόμα, δεν ξέρω αν μου επιτρέπουν να γράψω κείμενο με κανόνες, ειρμό και συνοχή. Ίσως τα καταφέρω όταν μάθω "τι είναι αυτό που το λένε αγάπη". Μέχρι τότε, μόνο μπισκότα και αίμα παντού.
Inside Out των Pete Docter και Ronaldo Del Carmen
*τα ανθρωπάκια στο κεφάλι μου αγκαλιάζονται όσο γράφονται αυτές οι γραμμές* Ότι πιο high concept έχει επιχειρήσει ποτέ η Pixar και ίσως ότι πιο σημαντικό έχει παρουσιάσει ποτέ. Σπαρακτικό μέχρι τον ουρανό, ενδοσκοπικό μέχρι δακρύων, αληθινό πέρα από κάθε φαντασία. Αλήθεια, χρειάζεται να γραφεί κάτι επιπλέον;
Crimson Peak του Guillermo del Toro
Το λέει από την αρχή και το τιμά μέχρι το τελευταίο του λεπτό: "This is not a ghost story. This is a story with a ghost in it". Το γοτθικό ρομάντζο του Ντελ Τόρο αναζητεί εξίσου με το "The Lobster" "τι είναι αυτό που το λένε αγάπη" με τον ίδιο επίμονο, αν και διαφορετικό, τρόπο χωρίς να διστάζει να βουτηχτεί στο αίμα, να αποθεώσει το παρελθόν του genre, να στήσει τα κάδρα του με βάση τα χρώματα (θέλω να μελετήσω άμεσα την ψυχολογία χρωμάτων της ταινίας) και να προσφέρει το πιο απολαυστικό, ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟ Τζεσικάκι της καριέρας του στο τελευταίο εικοσάλεπτο. Αυτό δεν είναι τρόμος, είναι κάτι προορισμένο να μείνει στην ιστορία.
Macbeth του Justin Kurzel
Εδώ συνέβη κάτι περίεργο. Το "Macbeth" δεν μου έκατσε καθόλου καλά στην αρχή. Ο λόγος του είναι πομπώδης, ο ρυθμός αυστηρά θεατρικός και η ανάπτυξη της αφήγησης αφαιρετική και επεισοδική (όπως ακριβώς και το πρωτότυπο κείμενο), στοιχεία που δεν δημιουργούν και το πιο προφανές κινηματογραφικό θέαμα. Όμως, ο Kurzel παίρνει ακριβώς αυτές τις αδυναμίες και τις μετατρέπει σε ισχυρά χαρτιά. Ασφυκτικά και εκτενή κοντινά πλάνα στα πρόσωπα των χαρακτήρων όσο εκφέρουν τους μονολόγους τους, εντυπωσιακά tableaux vivants που δίνουν μια μυσταγωγική διάσταση στην ταινία, μινιμαλιστική σκηνοθεσία που συμπεριφέρεται στα τοπία της Σκωτίας σαν να ήταν ένα τεράστιο (και ΠΟΣΟ όμορφο) θεατρικό σανίδι, κάθε μία εμφάνιση των Μοιρών, ο ιδανικός συνδυασμός αργής κίνησης και επιλεκτικού ηχητικού περιβάλλοντος, οι avant-garde πινελιές του μακιγιάζ και ένα τελικό κατακόκκινο κυριολεκτικά τέταρτο (που φέρνει στο μυαλό το "Valhalla Rising" του Refn) αποκαλύπτουν σταδιακά ένα φιλμ που βασίζεται περισσότερο στην τραχύτητα των ηρώων του και τις ορμές τους παρά στην παραδοσιακή ανάπτυξή τους ως κομμάτια μιας γενικότερης αφήγησης. Στην αρχή ξενίζει, όμως, μόλις φύγει το αρχικό σοκ, αυτή η προσέγγιση αποδεικνύεται θαυματουργή γιατί αγνοεί τα γεγονότα για χάρη της ανάπτυξης αποκλειστικά των κινήτρων και της τρέλας του καθενός. Ειδικά η τελευταία σκηνή της Marion Cotillard ως Lady Macbeth και ο χειρισμός της αποτελεί μία από τις καλύτερες σκηνές της χρονιάς, σπαρακτική, κινηματογραφική και απόλυτα πιστή στο πρωτότυπο κείμενο. ΜΠΡΑΒΟ.
Carol του Todd Haynes
Το "Carol" δεν είναι μια ταινία για την Carol, για να μάθουμε τι σκέφτεται και για να την δούμε να προσπαθεί να επιβιώσει επειδή ζει όπως ζει και νιώθει όπως νιώθει ούτε ένα φιλμ που στόχο έχει να πει την ιστορία της και να την στήσει ως ολοκληρωμένο άνθρωπο με αρχή μέση και τέλος στην περιπέτεια της ζωής του. Αυτή η ταινία είναι η Carol που βλέπει η Therese, οι σκέψεις που εκλαμβάνει η Therese ότι κάνει αυτή η γυναίκα, η γοητευτική εικόνα που χτίζει στην μνήμη της, η μορφή που δίνει υπόσταση σε όσα ανακαλύπτει ότι νιώθει, το (επιτέλους) εναλλακτικό στο "ναι" που έλεγε πάντα και το πάθος που ήρθε στην ζωή της με όλη την μελοδραματική του ένταση. Αυτή είναι η ιστορία της Therese, η Carol είναι απλά η δύναμη της φύσης. Ευχαριστώ που επιτέλους βρέθηκε ταινία να απειλεί την πρωτιά του Mad Max στην λίστα (μου) με τα πιο αγαπημένα φιλμ των τελευταίων μηνών.
Mustang της Deniz Gamze Ergüven
Από την αρχική σκηνή στην αγκαλιά της δασκάλας μέχρι τις άπειρες ώρες που τα κορμιά των πέντε αδερφών μπλέκονται νωχελικά μπροστά στην κάμερα, το "Mustang" είναι μια ταινία που προβάλει μια μελαγχολική αθωότητα που είναι καταδικασμένη να πεθάνει, ειδικά όσο σταδιακά η απώλεια της ελευθερίας χτυπάει μία μία τις πρωταγωνίστριές του. Παρόλα αυτά, η οπτική της Ergüven δεν αγνοεί καμία παράμετρο όσων βλέπει γύρω της. Στον κόσμο της έχει θέση και η ενδοοικογενειακή συνωμότηση, και η κάλυψη από τα γηραιότερα θηλυκά μέλη του σογιού, και το έμφυτο χιούμορ ενός λαού γεμάτου αντιφάσεις (η σκηνή της επίθεσης της γιαγιάς στον... στύλο της ΔΕΗ είναι σκηνή ανθολογίας), και τα σκοτεινά μυστικά εντός της οικογένειας, και η καταπίεση μιας ολόκληρης πατριαρχικής κοινωνίας. Ο βαθμός στον οποίο επικεντρώνεται σε αυτά η Ergüven δεν είναι πάντα ο ίδιος. Η ίδια προτιμά απλά να εφιστά την προσοχή, να γνωστοποιεί τις καταστάσεις και να προτείνει τους τρόπους αντιμετώπισής του. Επιπλέον, το φινάλε της ιστορίας βγάζει τόσο νόημα που αποτελεί συγγραφικό θρίαμβο (ακόμα μια ένδειξη του πόσο συγκροτημένο ήταν το όραμα της Ergüven και πόσο ουσιώδης η σεναριακή δουλειά της ίδιας, σε συνεργασία με την Γαλλίδα Alice Vinocour), όντας τόσο προφανές και απρόβλεπτο ταυτόχρονα και ρίχνοντας την αυλαία της ταινίας ακριβώς στο κατάλληλο δευτερόλεπτο αφήνοντας το αύριο ανοικτό για μία άλλη μάχη. Μου αρέσει που επιτέλους η Ανατολία και η σύγχρονη Τουρκία αρχίζει να αποκτά ένα νέο πρόσωπο, μακρυά από την κλασσικότητα των μεγάλων, αντρών σκηνοθετών της χώρας και πολύ πιο κοντά στην γυναικεία οπτική απέναντι σε μια κοινωνία που έχει πολύ συγκεκριμένα σχέδια για εκείνη. Γι'αυτό και είναι απαραίτητο να ξέρει κανείς από πριν ότι το "Mustang" είναι γυρισμένο από μία νεαρή Τουρκάλα, η οποία ουσιαστικά απευθύνεται στα κορίτσια της γενιάς της δίνοντας τα δικά της προσωπικά μηνύματα, καταγράφοντας τα ερεθίσματα της γενιάς, εξερευνώντας το πάθος της παράδοσης και προσφέροντας ρεαλιστικές εναλλακτικές ή/και τον συμβιβασμό. Αλλά το σημαντικό είναι ότι το φιλμ υπογραμμίζει την ελπίδα και την υποστήριξη που μπορεί να βρεθεί μέσα στην κοινωνία, τον τρόπο με τον οποίο οι κανόνες μπορεί τελικά να χρησιμοποιηθούν προς επίτευξη εντελώς αντίθετου σκοπού και το γεγονός πως η φυγή, όσο δύσκολη κι αν είναι, δεν παύει να είναι μια εντελώς βάσιμη λύση, με τρόπο όχι διδακτικό αλλά απόλυτα βάσιμο στην λογική του. Οι επιρροές από το σινεμά της Σοφίας Κόπολα είναι πολύ ισχυρές για να αγνοηθούν, όμως, στην τελική, γιατί όχι; Ακόμα καλύτερα. Δηλώνω ερωτευμένος. Frame Game Review εδώ.
Sicario του Denis Villeneuve
Αν προσπαθήσω να γράψω κάτι θα τερματίσω τα υπερθετικά, οπότε απλά θα ζητήσω συγγνώμη που σε αμφισβήτησα, Denis Villeneuve.
45 years του Andrew Haigh
Tο αφοπλιστικά συγκινητικό "45 Years" του Andrew Haigh, παρά το γεγονός ότι παρακολουθεί εξίσου στην αφήγησή του ένα ηλικιωμένο ζευγάρι, στην πραγματικότητα αφορά κυρίως τις γυναίκες και το τρόπο που επηρεάζουν τη ζωή, το παρελθόν και το μέλλον των συντρόφων τους (ακόμα και μετά τον θάνατο). Κυρίως, όμως, αποδεικνύει πώς δεν χρειάζονται θεατρινισμοί για να αφηγηθεί κανείς μια δυνατή και έντονη συναισθηματικά ιστορία αλλά ειλικρίνεια, απλότητα και μια διάθεση ανακάλυψης του τι κρύβεται πραγματικά κάτω από ένα φαινομενικά ψύχραιμο προσωπείο. Και τότε το αποτέλεσμα γίνεται αυτομάτως μεγαλειώδες. Ο Andrew Haigh δεν φαίνεται ποτέ διατεθειμένος να αφήσει την ταινία του να πάρει έναν εκβιαστικά συναισθηματικό δρόμο. Ναι, το φιλμ είναι όσο χαμηλότονο θα περίμενε κανείς από τον σκηνοθέτη του "Weekend" (Frame Game Review εδώ) και του τηλεοπτικού "Looking", όμως είναι το ίδιο ειλικρινές, ενδοσκοπικό και ουσιαστικό, παρουσιάζοντας μια πραγματικότητα που ξεπηδά από την οθόνη και γίνεται απόλυτα, μα απόλυτα αληθινή, εξαλείφοντας κάθε ενδεχόμενο να σε αφήσει τελικά ανεπηρέαστο. Ο Haigh γνωρίζει ότι η ίδια η ιστορία του είναι που κατέχει την δύναμη και δεν χρειάζεται να καταφύγει σε κανένα φτηνό κόλπο για να εκβιάσει το δάκρυ. Ειδικά όταν έχει μπροστά από την κάμερά του την Carlotte Rampling, καίρια σε κάθε μοναδική της κίνηση και εκφορά του λόγου. Δεν είναι ότι ο Courtenay είναι ανεπαρκής (το αντίθετο μάλιστα), όμως, το "45 years" είναι ξεκάθαρα η δική της, κορυφαία στιγμή και μακάρι το φιλμ να γίνει το όχημά της για την οριστική και αμετάκλητη αναγνώρισή της. Και το αξίζουν απόλυτα, τόσο η ίδια όσο και η ταινία. Frame Game Review εδώ και εδώ.
Queen of Earth του Alex Ross Perry
O Alex Ross Perry δεν πιστεύει πολύ στους ανθρώπους. Το σύμπαν του αποτελείται από ιδιοφυείς αλλά μισάνθρωπους χαρακτήρες και από προβληματικές αλλά άκρως κινηματογραφικές προσωπικότητες, που μπορεί να τις θαυμάζεις αλλά είναι αδύνατον να παραβλέψεις τις (στα όρια του εκνευρισμού) ιδιοτροπίες τους. Ταυτόχρονα, όμως, ο Perry έχει μια εκπληκτική ικανότητα να υπεραναλύει τις συμπεριφορές τους, να εξερευνά (εξαντλητικά) το βάθος κάθε αντίδρασής τους και, τελικά, να δημιουργεί πολυδιάστατους χαρακτήρες, που ξεπηδούν γεμάτοι ρεαλισμό από την οθόνη. Τώρα, τοποθέτησε τα παραπάνω στα πλαίσια ενός horror μελοδράματος και μόλις ξεκίνησες να αποκτάς μια ιδέα του βασιλείου της "Queen of Earth". Και όντως, τα ασφυκτικά κοντινά και οι τραχείς ερμηνείες, η ρετρό, 70ς αισθητική, τα ταξίδια στο παρελθόν και το παρόν, η έκδηλη DIY ατμόσφαιρα στην κινηματογράφηση, που καταντά άβολη γιατί βγάζει κάτι απόλυτα αληθινό, οι καθηλωτικές ερμηνείες της Elisabeth Moss και της Catherine Waterston δσημιουργούν τις βάσεις μιας ταινίας που ουσιαστικά εμπνέεται από το φάντασμα του Ingmar Bergman, για να δημιουργήσει μια νέα "Personna" μέσα από τον ανεξάρτητο, αμερικανικό κινηματογράφο. Το δε φινάλε της ταινίας βάζει ολόκληρο το φιλμ σε νέα βάση, προσφέροντας την επανεξέταση και την δημιουργία πολλαπλών ερμηνειών. Και αυτό δεν συμβαίνει γιατί η αφήγηση του Perry είναι ασαφής αλλά, αντιθέτως, γιατί παρέχει τέτοιο πλούτο λεπτομερειών που δεν αρκούν για μία μόνο ταινία. Ουσιαστικά, ο Perry φαίνεται να εφαρμόζει τα στοιχεία μιας πολύπλοκης ανάλυσης χαρακτήρα, όπως έκανε στο "Listen Up Philip" (Frame Game Review εδώ) σε ένα, πλέον, καθαρόαιμο περιβάλλον ψυχολογικού τρόμου, που θα έκανε τον Polanski περήφανο (και, όχι, αυτό δεν είναι spoiler) και αυτό τον οδηγεί πραγματικά στο μεγαλείο. Frame Game Review εδώ και εδώ.
Honorary mentions
- The Assassin (Nie Yinniang) του Hou Hsiao Hsien: Χρειάζεται να περάσουν μόλις τέσσερα λεπτά μέχρι το "Assassin" να παρουσιάσει την πρώτη του σκηνή μάχης. Τέσσερα δευτερόλεπτα αργότερα, η μονομαχία έχει ήδη τελειώσει. Γιατί το φιλμ μπορεί να χαρακτηρίζεται ως wuxia (ασιατική ταινία πολεμικών τεχνών δηλαδή), η ιστορία του να αντλεί την βάση της από μια σύντομη παραβολή του καιρού της δυναστείας των Tang και οι αφηγηματικοί άξονες να περιλαμβάνουν όλες τις θεματικές βάσεις που έχει συνηθίσει κανείς από το είδος, όμως, ο Hou Hsiao Hsien αρνείται πεισματικά να παίξει με τους κανόνες. Μειώνοντας τους διαλόγους στο ελάχιστο, τις επεξηγήσεις στα απολύτως απαραίτητα και εκτινάσσοντας την προσοχή στην λεπτομέρεια στα ύψη, ουσιαστικά καμουφλάρει μία απόλυτα προσωπική του ταινία σε ένα wuxia περιτύλιγμα, ούτε λίγο ούτε πολύ όπως επιχείρησε να κάνει και ο Wong Kar Wai με το παραγνωρισμένο "Ashes of Time" του. Frame Game Review εδώ.
- Red Amnesia (Chuangru zhe) του Xiaoshuai Wang: Τίποτα δεν με είχε προετοιμάσει για το φιλμ του Xiaoshuai Wang, το οποίο ξεκινά με τα ανώνυμα τηλεφωνήματα που δέχεται μια ηλικιωμένη γυναίκα στην Κίνα και συνεχίζει για να πει μια εξαιρετικά πολυεπίπεδη ιστορία, που αφορά την οικογένεια, την ιστορία της Κίνας και της κοινωνικές αδικίες, που πάντα απασχολούσαν τον Κινέζο δημιουργό, καταλήγοντας σε ένα κρεσέντο απίστευτης δύναμης. Αυτό που εντυπωσιάζει, δεν είναι μόνο η κεντρική ερμηνεία της ηρωίδας, που συμβάλλει τα μέγιστα στην μεταδοτικότητα της ταινίας, αλλά και η μαεστρία με την οποία ο Wang χειρίζεται φαινομενικά άσχετα μεταξύ τους θέματα, συνδυάζοντας το κοινωνικό δράμα με το καθαρόαιμο θρίλερ και την αφήγηση μιας παραδοσιακής οικογενειακής ιστορίας τις πάντοτε εμφανείς πολιτικές ανησυχίες του. Χωρίς να χρειάζεται να πω περισσότερα (γιατί θα μπω στην περιοχή των spoiler), το φιλμ του Wang αποτελεί ξεκάθαρο, ποιοτικό σινεμά, που σέβεται τον θεατή χωρίς να αγνοεί τις προσωπικές του ανησυχίες. Frame Game Review εδώ.
- Dheepan του Jacques Audiard: Το φιλμ του Jacques Audiard δεν παρουσιάζει την βία και την ψυχολογική πίεση του "Un prophète", ούτε καταφεύγει στον ισχυρό μελοδραματισμό του "De Rouille et D'or (Rust and Bone)" (Frame Game Review εδώ) παρά φαίνεται να ακολουθεί κατά γράμμα τους αφηγηματικούς κώδικες που υιοθέτησε ο σκηνοθέτης στο μάλλον παραγνωρισμένο του "The Beat that my heart skipped", και αυτό είναι ίσως περίτρανα το καλύτερο πράγμα που μπορεί να ειπωθεί για τον φετινό Χρυσό Φοίνικα. Γιατί ο Audiard εδώ, όπως και σε εκείνη την ταινία (την καλύτερή του για εμένα), φαίνεται να επενδύει περισσότερο στην προσεκτική παρατήρηση του πρωταγωνιστή του με στόχο να οδηγηθεί σταδιακά στην αποκαθήλωση των αρχών του και, στην συνέχεια, στην αναπροσαρμογή τους σε μια νέα πραγματικότητα παρά σε ένα εύκολο δράμα ή σε μια κραυγαλέα κατακραυγή πολύ συγκεκριμένου προσανατολισμού. Σε συνδυασμό δε με την εντυπωσιακή ψυχραιμία που επιδεικνύει ως σκηνοθέτης, αυτό οδηγεί σταδιακά στο χτίσιμο ενός ολόκληρου κοινωνικού status quo που δεν χάνει ποτέ από το επίκεντρο της αφήγησης τον "ήρωα" και, ταυτόχρονα, δεν υποπίπτει σε υπεραπλουστεύσεις και ακαδημαϊκούς διδακτισμούς όσο οδηγείται στην εκρηκτική αλλά απόλυτα λογική κορύφωση. Frame Game Review εδώ.
- El Club του Pablo Larraín: Δεν υπάρχει τίποτα το υπόγειο στο "El Club" του Pablo Larraín. Δεν υπάρχει υπαινικτικότητα, δεν υπάρχουν ασαφή υπονοούμενα, δεν υπάρχει καν προσπάθεια να παρουσιαστεί χαμηλότονα μια (χωρίς αμφιβολία) σκανδαλώδης ιστορία. Αντιθέτως, υπάρχει μια ανατριχιαστική δόση αμεσότητας, μια γλώσσα που δεν συγκρατείται πίσω από σεμνοτυφίες και μια αφήγηση που όσο και αν επιχειρεί να σαρκάσει, δε διστάζει να "σταυρώσει" τους παραστρατημένους πρωταγωνιστές της. Και δεν είναι ότι ο Larraín έχει χάσει την ικανότητα να αφηγείται ψύχραιμα τις αιχμηρές ιστορίες του. Απλά, αυτή είναι ακριβώς η προσέγγιση που αξίζει ένα θέμα που αποδεδειγμένα σέρνεται κάτω από την επιφάνεια, μέσα στις σκιές της καθολικής εκκλησίας. Καλώς ήρθατε στο περιθώριο του Οίκου του Θεού. Frame Game Review εδώ.
Διάβασε επίσης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου