Παρασκευή 10 Ιουλίου 2015

Mid-year Top10: Οι καλύτερες ταινίες του πρώτου μισού του 2015

Κάθε Ιούλιο, το Frame Game κοιτάει τις κινηματογραφικές του σημειώσεις και ξεχωρίζει τις ταινίες που αξίζει να κρατήσει στην μνήμη του από τους πρώτους μήνες του ημερολογιακού έτους. Παραδοσιακά, το πρώτο μισό της χρονιάς δεν προσφέρει τα δυνατότερα χαρτιά της σεζόν (τα οποία συνήθως αρχίζουν να εμφανίζονται στις κινηματογραφικές αίθουσες από Σεπτέμβρη και μετά), ωστόσο, αυτή η χρονική στιγμή είναι μια κατάλληλη ευκαιρία για να εξερευνηθούν οι τάσεις ενός φιλμικού έτους και να διαπιστωθεί αν οι φιλμικοί οιωνοί είναι ικανοί για να μας προϊδεάσουν για τα καλύτερα. Η αλήθεια είναι ότι μέχρι τώρα δεν μπορεί να εξαχθεί ασφαλής ετυμηγορία σχετικά  με την τελική ποιότητα της χρονιάς, όμως, είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι στην μέχρι τώρα δεκάδα βρίσκουν θέση σχεδόν όλα τα genres, από την κωμωδία και την τραχιά ταινία δράσης μέχρι την επιστημονική φαντασία, τον αγνό, ρετρό τρόμο και όλα τα ενδιάμεσα, πιθανά "μπασταρδεμένα" είδη. Σημειώνοντας ότι η κατάταξη στο πρώτο μισό του έτους γίνεται με χαλαρά κριτήρια που συνυπολογίζουν διεθνείς κυκλοφορίες και φεστιβαλικές εγχώριες προβολών ταινιών, ας δούμε ποια φιλμ (σε τυχαία σειρά) είναι πιθανά να κατακτήσουν μία θέση στην τελική λίστα των καλύτερων ταινιών της (πλουραλιστικής) χρονιάς, πάντα σύμφωνα με τα υποκειμενικά, προσωπικά μου κριτήρια). Ενστάσεις δεκτές στα σχόλια, όπως και επιπλέον προτάσεις.

The Duke of Burgundy
Ο Peter Strickland είναι υπέρτατος γνώστης του "genre". Αν η "Katalin Varga" του ήταν μια σπουδή πάνω στις exploitation ταινίες εκδίκησης των 70ς και το "Berberian Sound Studio" (Frame Game Review εδώ) ένα γράμμα αγάπης στα ιταλικά giallo, όπου ο ήχος αντικαθιστά την εικόνα ως ο απόλυτος μηχανισμός τρόμου, το "The Duke of Burgundy" παραμένει στην ίδια δεκαετία για να αποθεώσει το erotic kitch και να αποδείξει όχι μόνο τις επιρροές του σκηνοθέτη αλλά και αυτό που έχει την μεγαλύτερη σημασία: ότι ο Peter Strickland είναι ένας εκπληκτικός σκηνοθέτης. Γιατί ο Strickland αρέσκεται να παίζει με τις συνεχείς επαναλήψεις, επιστρέφοντας ξανά και ξανά στις ίδιες σκηνές, παίζοντας με τις λεπτομέρειες και με τις μικρές διαφορές της εκφοράς, των βλεμμάτων και των μικρών συσπάσεων των προσώπων, δίνοντας σταδιακά τα κομμάτια ενός παζλ, που δεν αποκαλύπτουν ακριβώς την αλήθεια αλλά μετατρέπουν την αρχική αφήγηση σε κάτι πολύ πιο σύνθετο και ενδιαφέρον. Το σημαντικό, βέβαια, είναι ότι, όπως και στις προηγούμενες ταινίες του, ο Strickland δεν πιθηκίζει απλά ή ακολουθεί τυφλά κανόνες του "είδους", παρά βάζει την προσωπική του σφραγίδα στην ταινία, την κάνει απόλυτα σύγχρονη με έναν αναχρονιστικά γοητευτικό τρόπο και αποδεικνύεται μάστορας της εικόνας και αισθητικής, δημιουργώντας κάδρα συγκλονιστικής ομορφιάς που σχεδόν μαγνητίζουν με την καλαισθησία τους, αφιερώνοντας την ταινία του στις γυναίκες, στο σινεμά του Jess Franco, στην έννοια της εξουσίας και της υποταγής, στο παιχνίδι των εντυπώσεων, στις επαναλήψεις που δίνουν σταδιακά άλλη σημασία στα γεγονότα, στην αισθητική των 70ς και την κληρονομιά του ερωτικού κινηματογράφου, στην γοητεία της εικόνας και την παραπλάνηση της ουσίας και σε όσους έχουν την διάθεση να εκτιμήσουν όλα τα παραπάνω. (Πλήρες Frame Game Review εδώ)

Mommy
Δεν αμφισβήτησα ποτέ την δύναμη του Xavier Dolan να καταφεύγει στο αγνό, δυνατό, αποτελεσματικό συναίσθημα, όσο υπερβολική ή υπέρμετρη ή ανεξέλεγκτη κι αν τελικά κατέληγε η κάθε απόπειρα. Όμως στο Mommy, ακόμα κι αν χρειάστηκε πέντε φιλμ, κατάφερε να κάνει πια απόλυτα ταυτόσημες έννοιες.το κραυγαλέο και το διακριτικό, το θορυβώδες και το χαμηλότονο, το βιντεοκλιπίστικο και το αφηγηματικά πλήρες, το πληθωρικό και το λιτό, την αγάπη και το μίσος.  Και αυτό είναι το ξεκάθαρο σημάδι και ενός τεράστιου ταλέντου αλλά και μιας πραγματικά ολοκληρωμένης ταινίας. Υπόκλιση (όσο σκουπίζω το δάκρυ).

Ex-Machina
Το "Ex machina" λειτουργεί περισσότερο ως... δράμα επιστημονικής φαντασίας δωματίου παρά ως sci-fi περιπέτειεα, όμως, αυτό του δίνει την δυνατότητα να αγγίξει σοβαρά ζητήματα χωρίς γίνει βαρύγδουπο, να φλερτάρει με το ρομάντζο χωρίς να γίνει μελόδραμα, να προβληματιστεί ηθικά χωρίς να παραδοθεί άνευ όρων στο μελόδραμα και να γίνει ουσιαστικά κάτι μεγαλύτερο από ότι πραγματικά είναι χωρίς να χαθεί σε βαθιές φιλοσοφικές αναζητήσεις. Ή απλά να μετατραπεί σε ένα "Under The Skin, With a disco spin". Απόλυτα καλοδεχούμενο.


Mad Max: Fury Road
Δεν ξέρω αν είναι sequel, αν είναι reboot, αν είναι απλά μια ιστορία που εμπνέεται από την κινηματογραφική κληρονομιά του Mad Max και δεν με αφορά κιόλας. Στο "Mad Max: Fury Road", ο Geοrge Miller ουσιαστικά άντλησε από το σύμπαν του τρελού Max τα κυριότερα (αλλά ετερόκλιτα) στοιχεία του και τα ενσωμάτωσε όλα σε ένα οργανικό (και οργιαστικό) σύνολο, δημιουργώντας το πιο πλήρες mad max όλων. Εδώ υπάρχει και η προσωπική ιστορία του πρώτου φιλμ, η δομή της ταινίας ως μια ουσιαστικά κούρσα όπως και στο δεύτερο φιλμ, ακόμα και η ιδέα των χαμένων παιδιών από το τρίτο και πιο αμφισβητήσιμο φιλμ της σειράς. Μόνο που εδώ η ουτοπία παραμένει μια χίμαιρα κρυμμένη μέσα σε ένα παρηκμασμένο βασίλειο, στο οποίο οι κάτοικοι εξακολουθούν να κάνουν τα πάντα για την βενζίνη (αλλά, πλέον, και το νερό ή, αλλιώς, aqua cola), όπως έχουμε συνηθίσει στον βίαιο κόσμο του franchise, όμως, επιπλέον, υπάρχει και ένα δεύτερο επίπεδο που αποκαλύπτει το γεγονός ότι το μόνο που έχει διατηρήσει από τον παλιό πολιτισμό αυτό το σύμπαν είναι η βιομηχανοποίηση του ίδιου του ανθρώπου. Οι πολύχρωμες εκρήξεις, η φρενήρης δράση, η εξαιρετική αίσθηση της χωροταξίας, οι φεμινιστικές νύξεις, η νιχιλιστική προσέγγιση, η παράνοια, η σάτιρα, η meta προσθήκη του οχήματος ορχήστρα (ίσως το πιο ιδιοφυές πράγμα που έχω δει εδώ και πάρα πολύ καιρό στο σινεμά), το επικό μοντάζ, η χορογραφία δράσης που είναι actual χορογραφία, ο λυρισμός και η ίδια η ψυχή της ταινίας θα είναι ορόσημο για τα επόμενα χρόνια όχι μόνο στο genre του φιλμ αλλά και στο σύνολο του κινηματογράφου, η απόδειξη ότι, μερικές φορές, ο όρος αριστούργημα μπορεί να βγει αβίαστα και χωρίς τύψεις. Ώστε έτσι νιώθεις όταν βλέπεις κάτι που είναι προορισμένο να μείνει στην ιστορία. (Πλήρες Frame Game Review εδώ)

It follows
Ανέκαθεν στο genre του τρόμου, η νοσηρή ατμόσφαιρα και το καλό σενάριο ήταν δύο παράμετροι που σπανίως συμβάδιζαν στην ίδια ταινία και αυτό συνέβαινε γιατί στον βωμό της ανάγκης δημιουργίας καταστάσεων τρόμου, η λογική των πρωταγωνιστών έπρεπε να πέσει σε βλακώδη επίπεδα ώστε να δικαιολογείται η ύπαρξη των εν λόγω καταστάσεων. Το "It follows" δεν σπάει ακριβώς αυτόν τον κανόνα, καθώς οι ήρωές του εξακολουθούν να δρουν κατά στιγμές αψυχολόγητα ή/και ηλίθια, όμως, ανεβάζει τόσο ψηλά τα επίπεδα αδρεναλίνης που πραγματικά δεν μπορείς να του κακιώσεις. Ίσως, επειδή είσαι πολύ απασχολημένος με το να θαυμάζεις τα αριστοτεχνικά καδραρισμένα πλάνα. Ίσως, επειδή βρίσκεις την ιστορία του τόσο υπερβολική ώστε να καταντάει απόλυτα creepy. Ή, ίσως επειδή δεν μπορείς να ξεκολλήσεις από τον διπλανό σου από τον φόβο. Tο It follows, εξάλλου, μοιάζει να αποτίει φόρο τιμής στην δεκαετία του 1980, ρίχνοντας μια διάχυτη αναχρονιστική ατμόσφαιρα στα δρώμενα, με μουσική που μοιάζει να ήρθε από ένα b-movie εκείνης της εποχής (εκπληκτικοί οι Disasterpeace, παρεμπιπτόντως), με σκηνικά που θα ανήκουν για πάντα στα αιώνια αμερικανικά προάστια και πρωταγωνιστές που θα μπορούσαν να είναι άνετα οι συμμαθητές της Jamie Lee Curtis στο Halloween. Αυτό, όμως, που δεν θυμίζει την μέση ταινία που θα συναντούσες στο τμήμα τρόμου ενός βιντεοκλαμπ είναι η προσεγμένη σκηνοθεσία και η συνεχής έμπνευση νέων τρόπων για την αποτύπωση του τρόμου, χωρίς να γίνεται ποτέ υπερβολική χρήση ενός μόνο μέσου. Ναι, υπάρχουν τα απότομα τρομάγματα. Ναι, υπάρχουν και οι παραπλανητικοί κίνδυνοι. Ταυτόχρονα, όμως, υπάρχουν στατικά (πάντα καδραρισμένα άψογα) κάδρα όπου ο τρόμος βρίσκεται στις λεπτομέρειες, tracking shots όπου η ατμόσφαιρα της παράνοιας αγγίζει κόκκινο και what-the-fuck καθημερινά στιγμιότυπα που μπορεί να έχουν ή να μην έχουν σχέση με το "κακό" σε ίσο ποσοστό. Το κυριότερο, όμως, είναι ότι ο τρόμος της ταινίας δεν ξεθωριάζει μετά το μαύρο του τέλους. Την πάτησες. (Πλήρες Frame Game Review εδώ)

Song of the Sea
Όταν, κατά την προβολή του φιλμ, σου φεύγει επιφώνημα θαυμασμού την ίδια στιγμή με τον μικρό πρωταγωνιστή της ταινίας, τότε κάτι έχει γίνει ΠΟΛΥ καλά. Το "Song of the Sea" δεν είναι απλά γεμάτο ψυχή, είναι η ίδια η παιδική καρδιά, ο πόλος έλξης όλης της ενήλικης τρυφερότητας και η συγκέντρωση μιας ολόκληρης πολιτισμικής, προφορικής, ιστορικής κληρονομιάς. Ποτέ μην υποτιμάς την δύναμη των παραμυθιών. Επιπλέον, τo τελευταίο τέταρτο είναι απλά ΜΑΓΕΙΑ. 

Inherent Vice
O κόσμος τού "Inherent Vice" είναι ένας κόσμος χωρίς ξεκάθαρες γραμμές, χωρίς καθησυχαστικές εξελίξεις, χωρίς άκαμπτους χαρακτήρες. Κατά στιγμές, η ταινία είναι μια ξεκαρδιστική κωμωδία που καυτηριάζει τα ήθη μιας ξεπεσμένης άρχουσας τάξης ή μιας ανεύθυνης ιδεολογικής επανάστασης, κατά στιγμές είναι ένα καθαρόαιμο αστυνομικό θρίλερ που αποζητά λύση αγγίζοντας τα όρια του ψυχολογικού τρόμου, μέσα από ένα εκκεντρικό, χίπικο παραμορφωτικό βλέμμα και κάποιες άλλες στιγμές είναι, απλά, μια υποδειγματική σπουδή χαρακτήρα. Ο Paul Thomas Anderson δεν επιθυμεί να δώσει μια τυποποιημένη μορφή στη δημιουργία του, δεν θέλει καν να της δώσει μια συγκεκριμένη υφολογική κατεύθυνση (εκτός αν το "hippie horror" μπορεί να καταχωριστεί ως δόκιμος κινηματογραφικός όρος), γιατί το φιλμ είναι κάτι πολύ περισσότερο από το άθροισμα αυτών των στιγμών. Αυτή η ποικιλομορφία, εξάλλου, είναι που κάνει την ταινία να λειτουργεί απόλυτα και της προσδίδει τη δική της μοναδική φωνή, ως αυτόνομο δείγμα ενός κινηματογραφικού είδους που εμπνέεται από το παρελθόν για να δημιουργήσει κάτι απόλυτα μοντέρνο, που εκθέτει καινούργιες ιδέες με ρυθμό πολυβόλου, χτίζει, ανατρέπει και επαναπροσδιορίζεται συνεχώς, για να καταλήξει στο φινάλε στον ίδιο της τον πρωταγωνιστή και τη ματιά του, διαφορετική πλέον, αλλά αναμφισβήτητα πιο ουσιαστική και συνειδητοποιημένη: μιας ματιάς που βρίθει ερωτισμού, παράνοιας, χιούμορ και ατμόσφαιρας θρίλερ μετά από πολλά, πολλά… ναρκωτικά. (Πλήρες Frame Game Review εδώ)

Kumiko, the Treasure Hunter
Οι αδερφοί Zellner δεν προσπαθούν να μας βάλουν στο μυαλό της Kumiko. Αρκούνται να την παρατηρούν στις καθημερινές της στιγμές, στις μοναχικές της ώρες, στην βαρεμάρα της δουλειάς της, στις άβολες συζητήσεις με την μητέρα της. Σε όλες τις περιπτώσεις, η Kumiko παραμένει μια σιωπηλή φιγούρα, ανίκανη να ταυτιστεί με τον υπόλοιπο κόσμο, που επιμένει τα βράδια να εξετάζει ξανά και ξανά μια ταλαιπωρημένη βιντεοκασέτα του "Fargo", κρατώντας διαρκώς σημειώσεις για έναν θησαυρό που δεν υπάρχει. Εξάλλου, το φιλμ μπορεί να το κρύβει καλά πίσω από χιουμοριστικές στιγμές, όμως, στην ουσία του παραμένει ένα προσωπικό δράμα, που προσπαθεί μεν να μην βαρύνει πολύ την ατμόσφαιρα με ανάλαφρες στιγμές αλλά δεν αρνείται και να κατευθυνθεί σε πιο σκοτεινά μονοπάτια, ιδιαίτερα στο δεύτερο μισό του, όπου η Kumiko καταφθάνει στην περιοχή του περιβόητου θησαυρού. Επιπλέον, όπως έχουν επισημάνει πολλοί ήδη, η ταινία δεν κρύβει τις θεματικές ομοιότητές της ούτε με το "Nebraska" (εξάλλου, ο Alexander Payne είναι executive producer και εδώ) αλλά ούτε και με το "Take Shelter", όπου οι χαρακτήρες είναι τόσο πεπεισμένοι για την αλήθεια τους που κάνουν απίθανη οποιαδήποτε διαφυγή από τον κόσμο τους. Παραδόξως, όμως, η ταινία συνδέεται απρόβλεπτα και με την "δική μας" "Xenia", με έναν ρομαντικό, συγκινητικό τρόπο, που θα γίνει εμφανής μόλις παρακολουθήσετε την ταινία και θα αποδείξει ότι οι Kumiko και ο Ντάνι θα μπορούσαν να γίνουν οι καλύτεροι φίλοι, όταν ολοκληρώσουν και οι δύο τις προσωπικές τους Οδύσσειες. Και αυτό είναι το πραγματικό happy end της ιστορίας. (Πλήρες Frame Game Review εδώ)

Spy
"Τόσο μη-προσβλητικό, μη-πολιτικά ορθό, empowering χιούμορ δεν πίστευα ότι μπορούσε να υπάρξει" είπε και συνέχισε να γελάει. <3

Hungry Hearts
O ρυθμός που επιλέγει να ακολουθήσει ο Σαβέριο Κοστάντσο στο έργο του είναι παράδοξος. Το "Hungry Hearts" δεν σκοπεύει να καλύψει τις ενδιάμεσες στιγμές, δεν έχει πρόθεση να γίνει μια αναλυτική περιγραφή της ιστορίας του Τζουντ και της Μίνα. Αυτό που θέλει, είναι να βυθίσει σταδιακά τον θεατή σε μια σκοτεινή, λιτή ιστορία, να μεταλλάξει το rom com της αρχής σε ένα οικογενειακό δράμα και, στην πορεία, να το εξελίξει σε ένα ψυχολογικό θρίλερ Πολανσκικών επιρροών, συνδυασμού της "Αποστροφής" και του "Μωρού της Ρόζμαρι" χωρίς, όμως, ίχνος υπερφυσικού στοιχείου. Η αποσπασματική αφήγηση κάποιες φορές αποδυναμώνει την κλιμάκωση της ιστορίας αλλά κατά κύριο λόγο δημιουργεί εκπλήξεις και πιάνει τον θεατή απροετοίμαστο, χωρίς να του δίνει περιθώρια ψυχολογικής προετοιμασίας για την έκρηξη. Ίσως το φινάλε να φανεί λίγο απότομο, όμως, αυτή είναι η μόνη λογική εξέλιξη για μια ταινία που αποφασίζει να ρίξει ουσιαστικές ματιές στην ιστορία και να μην ακολουθεί τυφλά και διεξοδικά, κινδυνεύοντας να χάσει την ουσία. Όπως και στο "La solitudine dei numeri primi", το προηγούμενο φιλμ του, ο Σαβέριο Κοστάντσο αποδεικνύει ότι αρέσκεται να πειραματίζεται με την φόρμα, ακόμα κι αν αυτό κάνει την ταινία λιγότερο άμεση από όσο θα μπορούσε. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, την κάνει απόλυτα μοναδική και παράξενη, στοιχείο που σίγουρα τονώνει την δυναμική της ταινίας να γίνει αποδεκτή από το πιο απαιτητικό κοινό. (Πλήρες Frame Game Review)

ΥΓ: Σημειώστε από τώρα δύο ταινίες που έχουν ήδη κλείσει την θέση τους στα καλύτερου του δεύτερου μισού της χρονιάς: "45 years" του Andrew Haigh (Frame Game Review εδώ) και "Queen of Earth" του Alex Ross Perry (Frame Game Review εδώ). Ανυπομονώ να αρχίσουν να δημιουργούν συζητήσεις γύρω τους όταν αρχίσουν να εμφανίζονται στα παγκόσμια εμπορικά κυκλώματα διανομής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...