To "A Blast" είναι μια ταινία που φαίνεται να αφορά το κοινό, μιλώντας για το σήμερα και την ευρύτερη κρίση (κοινωνική, οικονομική, σχέσεων, ηθών) που χαρακτηρίζει την κοινωνία, μέσα από την προσωπική ιστορία κατάρρευσης μιας κοπέλας, η οποία αποκαλύπτεται σταδιακά μέσα από συνεχή πισωγυρίσματα στο χρόνο, δίνοντας τα στοιχεία που προοικονομούσαν την πτώση και αντιπαραβάλλοντάς τα με το σκοτεινό σήμερα. Η σύνδεση του πραγματικού κόσμου με τη μυθοπλασία ήταν, εξάλλου, κάτι που απασχόλησε τον Τζουμέρκα ήδη από τη "Χώρα Προέλευσης", όμως εδώ φαίνεται πιο σίγουρος για τις προθέσεις του και σίγουρα αποδεικνύεται πιο ικανός στο χειρισμό τής θεματικής, σε σχέση με το παρελθόν. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο σκηνοθέτης έχει όραμα, φιλόδοξες διαθέσεις, ορμή που βγαίνει μέσω της έκφρασης και των πράξεων των πρωταγωνιστών του ή έντονη διάθεση να πει όλα όσα τον πνίγουν με πάθος – αλλά όλα αυτά συνοδεύονται και από μία έλλειψη αυτοελέγχου, που κινδυνεύει να… τινάξει την ισορροπία στον αέρα.
Ήδη, εξάλλου, από τα πρώτα λεπτά της αφήγησης, η ταινία αρπάζει το θεατή από τους ώμους και τον ταρακουνά, ανεβάζει την ένταση στο κόκκινο, αποδεχόμενη τις υστερίες, και δίνει έμφαση στις περισσότερο ενστικτώδεις αντιδράσεις (είτε αυτές αφορούν την κινηματογράφηση της σεξουαλικής συμπεριφοράς είτε την αποτύπωση των γεμάτων βωμολοχίες και ουρλιαχτά ενδοοικογενειακών διαλόγων) παρά στη λογική αντιμετώπιση των πράξεων. Είναι ένας καθαρά ασφυκτικός κόσμος (που ασυναίσθητα γνέφει στο σινεμά του Οικονομίδη, χωρίς, όμως, να κατέχει την ίδια, ακατέργαστη και πραγματικά σαρωτική ορμή), όπου οι ήρωες ψάχνουν να βρουν τη νέα τους ταυτότητα και να ανακαλύψουν εκ νέου τον εαυτό τους πριν τους προλάβει η έκρηξη.
Κάτι τέτοιο, όμως, χάνεται μέσα σε ατέρμονους καβγάδες και φασαριόζικες αντιδράσεις, κάνοντας το θέμα περισσότερο γραφικό παρά ουσιαστικό. Γιατί μόνο όταν η ένταση υποχωρεί (πριν την έλευση της "καταιγίδας"), γίνεται ουσιαστικά φανερή η τραγικότητα της κατάστασης, με καλύτερο παράδειγμα την ομιλία της Μαρίας (της Αγγελικής Παπούλια) στον πατέρα της, η οποία χωρίς καν να ανεβάζει τόνους αποδεικνύεται πιο σπαρακτική από ποτέ. Μόνο όταν οι τόνοι κατεβαίνουν, μπορεί να γίνει η ουσιαστική εκτίμηση της κατάστασης και να αξιολογηθούν οι παράμετροί της, μακριά από τα υψηλά ντεσιμπέλ και τα αχρείαστα... μπουνίδια.
Επιπλέον, η Παπούλια είναι η μόνη ανάμεσα σε όλο το καστ που καταφέρνει να διατηρήσει ανθρώπινη την ηρωίδα της παρά τις εντάσεις, όσο οι άλλοι χάνονται μέσα στις καρικατούρες των… ηχηρών ερμηνειών τους. Στη Μαρία της μόνο επιτυγχάνεται η ισορροπία του προκλητικού και του τραγικού, αποδεικνύοντας το ταλέντο τής ηθοποιού και την ικανότητά της να διατηρεί την εκφραστικότητα των ματιών της, ανεξαρτήτως των υπόλοιπων συστατικών τής ερμηνείας της. Γιατί, δυστυχώς, γύρω της η κατάσταση μοιάζει ακούσια κωμική, χαμένη μέσα στις υπερβολές τής απεικόνισης και τη βεβιασμένη ανάγκη να φανεί επιτακτική και ασφυκτική.
Στην τελικά, κρατάμε την εγκυρότητα των προθέσεων από πλευράς του Τζουμέρκα αλλά και την ελλιπή ολοκλήρωση της αποστολής τής ταινίας, η οποία θα μπορούσε να ήταν πολύ πιο δυνατή στον αντίκτυπό της, αν δεν επένδυε τόσο πολύ στη λεκτική βία, καταλήγοντας απλά ως μια ενδιαφέρουσα προσπάθεια περιγραφής μιας κραυγής αγωνίας, που χάθηκε μέσα στις ίδιες τις φωνές της. Γιατί, στο τέλος, δεν χρειάζεται κανείς τόσο την κυριολεκτική έκρηξη αλλά την ουσιαστική εκτόνωση των πραγμάτων, κάτι που μάλλον δεν επιτυγχάνεται στο φιλμ. (2,5*/5)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου