Δεν χρειάζονται περισσότερα από δέκα λεπτά για να βυθιστείς απόλυτα στον κόσμο του "Goodnight Mommy". Αυστηρά πλάνα που μαρτυρούν με την σύνθεσή τους ανείπωτες αλήθειες, μια χρωματική παλέτα που συναντάς ακόμα μόνο στο παραδοσιακό φιλμ και προκαλεί το δέος, ατμόσφαιρα που αξιοποιεί στο έπακρο την ομορφιά της φύσης και τον τρόμο της απομόνωσης, βλέμματα που υπόσχονται ειλικρίνεια αλλά φανερώνουν μια πραγματικότητα σε αμφισβήτηση, ένα μυστήριο που όχι μόνο απαιτεί την λύση του αλλά και απόδειξη για τον αν υπήρχε καν εξαρχής. Όμως, το σκηνοθετικό ντεμπούτο της συζύγου του Ούλριχ Ζάιντλ, Βερόνικα Φραντς, και του Σεβερίν Φιάλα δεν έχει απλά σκοπό να βυθίσει τον θεατή στον κόσμο του αλλά να τον τρομοκρατήσει ρουφώντας σταδιακά το οξυγόνο από την αίθουσα. Και το καταφέρνει με αξιοθαύμαστη ικανότητα.
Το φιλμ ξεκινά ατμοσφαιρικά αλλά ήπια, σε ένα ειδυλλιακό σπίτι, κάπου στην αυστριακή επαρχία, μακριά από το αστικό άγχος και τον θόρυβο. Δύο δίδυμα αγόρια περνούν τις μέρες τους παίζοντας δίπλα στην λίμνη, στο δάσος, γύρω από τους τοίχους του σπιτιού. Τίποτα δεν δείχνει ανησυχητικό, τίποτα δεν μαρτυρά φόβο. Όταν, όμως, η μητέρα τους επιστρέφει από μια κοσμητική επέμβαση, με τους επιδέσμους στο πρόσωπο, τα δύο αγόρια αντιλαμβάνονται ότι κάτι δεν πάει καλά. Η μητέρα τους είναι ψυχρή, απόμακρη και επιμένει να τιμωρεί το ένα από τα δύο αγόρια για κάποια αταξία (;) του παρελθόντος. Είναι όντως η μητέρα τους; Κι αν δεν είναι, ποια είναι αυτή η άγνωστη και τι έχει κάνει στην πραγματική τους μάνα;
Αν και φαίνεται απλό στην ανάπτυξή του, το Goodnight Mommy κινείται ταυτόχρονα σε πολλαπλούς θεματικούς άξονες. Από την μια πλευρά, υπάρχει μια διακριτική ιστορία ενηλικίωσης, ικανή να δώσει βάθος στο συναισθηματικό κομμάτι της ιστορίας. Από την άλλη, υπάρχει μια ιστορία ενδοοικογενειακής αστάθειας, όπου η φαινομενική ηρεμία είναι το ίδιο εύκολο να διαταραχθεί όσο η επιφάνεια της λίμνης, που δέχεται τις πέτρινες βολές των παιδιών. Από τις σκιές ανάμεσα στους δύο παραπάνω άξονες, ξεπροβάλλει μια παραδοσιακή ιστορία τρόμου, η οποία μπορεί να αφορά την πραγματική ταυτότητα της μητέρας, την τύχη των δύο παιδιών και ακόμη και την ίδια την υπόσταση της ιστορίας. Οι δύο σκηνοθέτες αρέσκονται στο να υπονοούν πιθανές κατευθύνσεις και εξελίξεις όσο περιγράφουν τους βασικούς τους χαρακτήρες, κάνοντας τον θεατή να αμφιβάλει για την εγκυρότητα των γεγονότων. Οι αναξιόπιστοι αφηγητές είναι ο κυριότερος παράγοντας που δημιουργεί την σταδιακά κλιμακούμενη ένταση στο φιλμ, και το Goodnight Mommy έχει μόνο τέτοιους.
Αισθητικά και θεματικά, εξάλλου, φαίνεται σαν ο κόσμος του Μίκαελ Χάνεκε να συνάντησε την παράλληλη πραγματικότητα του Ούλριχ Ζάιντλ, παίρνοντας τα καλύτερα των δύο κόσμων. Η κλινική ματιά του Χάνεκε βρίσκεται εδώ, όπως και οι κάτοικοι του τρελού κόσμου του Ζάιντλ. Ειδικά μία σκηνή όπου εμφανίζονται δύο υπάλληλοι του Ερυθρού Σταυρού φαίνεται σαν να σκηνοθετήθηκε από τον ίδιο τον σύζυγο της Φραντς. Με λίγη καλή διάθεση, κάποιος μπορεί να διακρίνει ακόμα και τον απόηχο του "Κυνόδοντα" του Γιώργου Λάνθιμου. Μόνο που αυτή τη φορά, δεν είναι σίγουρο ποιος επιβάλει τους κανόνες σε αυτό το σπίτι.
Η ταινία σταδιακά γίνεται όλο και πιο ασφυκτική, ώσπου να μετατραπεί σε ένα καθαρόαιμο horror διαμαντάκι για γερά στομάχια. Ελάχιστες φορές τελευταία έχω νιώσει τόσο ένταση σε μία προβολή, έτοιμος να απομακρύνω τα μάτια από την οθόνη αλλά τελικά να είμαι ανίκανος για κάτι τέτοιο, βυθισμένος στον τρόμο της ιστορίας. Η πραγματική πηγή της φρίκης αποκαλύπτεται αργά στην ταινία και ο αντίκτυπός της είναι ικανός να χαραχτεί για καιρό στην μνήμη του θεατή, ακόμα και ανάμεσα σε ένα πρόγραμμα σαράντα προβολών μέσα σε μία βδομάδα. Όπως έχω ξαναπεί, το να βρίσκεις ταινίες "είδους" σε ένα παραδοσιακά κοινωνικό φεστιβάλ είναι ιδιαίτερα αναζωογονητικό και κάνει το αίμα να... αλλάζει ταχύτητα. Όταν δε το τελικό αποτέλεσμα είναι τόσο εντυπωσιακό, το χειροκρότημα γίνεται ταυτόχρονο με το ουρλιαχτό και οι τσιρίδες συνώνυμες του ενθουσιασμού, τουλάχιστον για όσους μπορούν ακόμα να αντιδράσουν στο τέλος της ταινίας. (4*/5)
(Θα έβαζα και καρδούλα αλλά δεν το σηκώνει το θέμα)
Το κείμενο αποτελεί αναδημοσίευση της κριτικής μας από το φεστιβάλ κινηματογράφου της Βενετίας, όπου η ταινία πραγματοποίησε την παγκόσμια πρεμιέρα της.
Η ταινία προβάλλεται την Κυριακή, 2 Νοεμβρίου στις 18:00 στο OΛYMΠION και σε επανάληψη την Δευτέρα, 3 Νοεμβρίου στις 15:30 στην αίθουσα ΦPINTA ΛIAΠΠA.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου