Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να προσπαθήσει να περιγράψει κανείς την "Polina" των Valérie Müller και Angelin Preljocaj. Θα μπορούσε να πει ότι είναι ένα "Black Swan" χωρίς τον ψυχολογικό τρόμο και το body horror. Θα μπορούσε επίσης να πει ότι είναι ένα περισσότερο art-house "Step-up" ή μια αφαιρετική εκδοχή ενός μουσικού pop δράματος τύπου "Fame". Σε κάθε περίπτωση, όμως, δύσκολα μπορεί να αποτυπώσει ακριβώς κάποιος με λόγια το σύνολο των επιρροών της ταινίας, η οποία λαμβάνει στοιχεία από τις μουσικές βιογραφίες, τις ιστορίες ενηλικίωσης και τον ευρωπαϊκό προσωποκεντρικό κινηματογράφο για να αφηγηθεί με μοναδικό τρόπο μια ιστορία που λίγο πολύ έχουμε ξαναδεί, αλλά καμία φορά σε τόσο τελειοποιημένη, εντυπωσιακή μορφή.
Γιατί το φιλμ συνδυάζει όλο τον ενθουσιασμό μιας μουσικής ταινίας, τις εντυπωσιακές χορογραφίες και το αβαντάζ της εξαιρετικά επιλεγμένης μουσικής, με μια αφήγηση που έχουμε συνηθίσει στις ευρωπαϊκές, χαμηλότονες ταινίες που στόχο έχουν την εξερεύνηση ενός χαρακτήρα σε σχέση με τους γύρω του και τον εαυτό του. Επιπλέον, η αφήγηση δεν αναλώνεται σε περιττές λεπτομέρειες, ακολουθεί την ηρωίδα της σε σημεία-σταθμούς της καλλιτεχνικής πορείας της ανά την Ευρώπη και περισσότερο ενδιαφέρεται για το γιατί παρά για το πώς. Το σενάριο της Valérie Müller (διασκευή από το ομώνυμο comic του Bastien Vivès) διατηρεί πάντα στο επίκεντρο την Polina και μέσω μιας ελλειπτικής αφήγησης καταφέρνει να δημιουργήσει ένα πλήρες ψυχογράφημα που, με αφορμή τον χορό, προσπαθεί να φτάσει βαθύτερα όσο και η ίδια η ηρωίδα προσπαθεί να ανακαλύψει ποιο είναι το στυλ που πραγματικά την εκφράζει (περιττό να πω πόσο αποτελεσματική είναι σε όλο αυτό η Nastya Shevtzoda σε όλο αυτό, το καταλαβαίνει κανείς με όλες τις αισθήσεις του).
Ταυτόχρονα, μαζί με το προσεγμένο σενάριο υπάρχει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα σκηνοθετική αποτύπωση που δε διστάζει να κάνει τολμηρές αποφάσεις για να τονίσει τα κρίσιμα σημεία της ιστορίας. Υπάρχει μια σκηνή όπου οι Müller και Preljocaj παρακολουθούν ολόκληρη την οντισιόν της Polina με την κάμερα καρφωμένη κάπου στον εξώστη. Υπάρχουν στιγμές που η κάμερα μένει κολλημένη πάνω στις πουέντ ακούγοντας τον ήχο που κάνουν όσο χτυπούν στο παρκέ. Στο δε φινάλε, για δέκα ολόκληρα λεπτά αφήνεται να παρασυρθεί από την μουσική του Philip Glass σε ένα φρενήρες μοντάζ που βάζει τα διάφορα κομμάτια της ιστορίας σε θέση, ανοίγοντας και κλείνοντας πόρτες, όσο η Polina μιλάει ουσιαστικά για πρώτη φορά για τον εαυτό της μέσω της χορογραφίας της. Η ταινία ανήκει ακριβώς σε εκείνες τις περιπτώσεις όπου η ιστορία μπορεί να μοιάζει κοινή, ο τρόπος που την διηγούνται όμως οι σκηνοθέτες την κάνουν μοναδική, πρωτοποριακή και πρωτότυπη. Βοηθάει και η εικοσάλεπτη απρόσμενη εμφάνιση της Juliette Binoche στον ρόλο μιας δασκάλας contemporary χορού.
Όλα αυτά αποδεικνύουν για άλλη μια φορά γιατί αγαπώ τις νέες Γαλλίδες σκηνοθέτιδες (εδώ υπάρχει και ο σύζυγος συν-σκηνοθέτης αλλά η επεξεργασία του σεναρίου ανήκει εξολοκλήρου στην Valérie Müller) και τον τρόπο που αντιμετωπίζουν τα πράγματα, επανερμηνεύοντας τα αφηγηματικά κλισέ και δίνοντας μια φρέσκια ματιά σε τυποποιημένες και ανησυχητικά καθιερωμένες φόρμες. Άπειρες καρδούλες, τι να λέμε τώρα. (4*/5)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου