To σινεμά του Anton Corbijn, στιλιστικά και αφηγηματικά, αποπνέει έναν αέρα κλασικού Hollywood. Οι ταινίες του είναι ανθρωποκεντρικές, βυθίζονται στην ανθρώπινη ψυχολογία και προσπαθούν να αποκωδικοποιήσουν προσωπικότητες που εκ πρώτης όψεως μοιάζουν περίπλοκες και σκοτεινές. Εξάλλου, ο σκηνοθέτης των "Control", "The American" και του πιο πρόσφατου "A most wanted man" ξέρει πολύ καλά πώς κανείς μπορεί να εκμεταλλευτεί τις φαινομενικά ήρεμες στιγμές για να αφηγηθεί κάτι δυνατό και ουσιαστικό και το "Life" μοιάζει να επιβεβαιώνει ακριβώς αυτόν το κανόνα.
Για κάποιον που εκπέμπει τόσο πολύ παλιό Hollywood, η μεταφορά και θεματικά σε εκείνη την χρονική περίοδο αποτελεί την αναμενόμενη, λογική συνέχεια. To "Life" αφηγείται τη φιλία μεταξύ του φωτογράφου του περιοδικού LIFE, Dennis Spock, και κάποιου ανερχόμενου star του κινηματογράφου ονόματι… James Dean, όσο οι δυο τους ταξιδεύουν από το Los Angeles στην Indiana, λίγο πριν απ’ την μεγάλη πρεμιέρα του «Ανατολικά της Εδέμ» του Elia Kazan. Αυτό το ταξίδι, είναι που ουσιαστικά γέννησε και όλες τις εμβληματικές φωτογραφίες του James Dean που έμειναν στην ιστορία, από τις candid απεικονίσεις της σχέσης του με την οικογένειά του μέχρι την αποτύπωση της στιγμής που η χαρακτηριστική του φιγούρα περπατάει μέσα στην βροχή.
Ήδη από την επιλογή των Robert Pattinson και Dane DeHaan (στους ρόλους των Spock και Dean, αντίστοιχα) το star power είχε εξασφαλιστεί. Το ευτυχές, όμως, είναι ότι οι δυο τους δεν παραμένουν μόνο στην λαμπερή τους εικόνα παρά φαίνεται να επενδύουν ειλικρινά στους χαρακτήρες τους. Ο Dean του DeHaan είναι αλαζονικός, αυθόρμητος, ατίθασος. Ο Spock του Pattinson είναι περισσότερο προσγειωμένος, επίμονος, ανασφαλής. Μαζί, οι δυο τους δημιουργούν ένα αντιφατικό αλλά και τελικά συμπληρωματικό ντουέτο που λειτουργεί εξαιρετικά αποτελεσματικά. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο δε είναι ότι εκείνος που θα τραβήξει τελικά την προβολή του Τύπου θα είναι ο Dean του DeHaan (αγγίζοντας και τα όρια του "oscar bait"), ενώ ουσιαστικά τον πιο απαιτητικό και περίπλοκο ρόλο αποτυπώνει ο Pattinson, διαγράφοντας άμεσα από την μνήμη την απογοητευτική του εμφάνιση ως Λόρενς της Αραβίας (στη γενικά απογοητευτική "Queen of the Desert", Frame Game Review εδώ) λίγες ημέρες πιο πριν!
Αυτή η χημεία μεταξύ των δυο τους είναι και η κινητήριος δύναμη της ταινίας. O Corbijn, εξάλλου, δεν επιθυμεί να ακολουθήσει τους κανόνες μιας παραδοσιακής, ανεκδοτολογικής βιογραφίας, παρά να επικεντρωθεί στην αλληλεπίδραση της κάθε στιγμής, δημιουργώντας τον μύθο από την αρχή, μακριά από στερεότυπα και συναισθηματικά άκρα. Αυτό δίνει αναγκαστικά ένα χαμηλότονο ύφος στην ταινία, όμως, δένει απόλυτα με την vintage αισθητική μιας άλλης εποχής και μια γενικότερη προσέγγιση απαξίωσης της ψεύτικης λάμψης, όπως ενδεχομένως θα επιθυμούσε και ο ίδιος ο James Dean. Αυτό επιτρέπει σε όλη την ένταση να χτιστεί από το μηδέν, χωρίς περιττές εξάρσεις και σχηματικούς χαρακτηρισμούς με την jazz μουσική υπόκρουση να συνηγορεί απόλυτα σε όλη αυτή την προσέγγιση, όσο κι αν ο Jack Warner του (δικαιολογημένα θορυβώδους) Ben Kingsley προσπαθεί να βάλει τους ήρωές του στα καλούπια της ματαιοδοξίας.
Ίσως στο τέλος παραμένει η αίσθηση ότι κάτι υπήρχε σε αυτή την ιστορία που τελικά δεν ειπώθηκε, όμως, ο Corbijn αφήνει αυτή την ενδεχόμενη έλλειψη να πλανιέται ως η λογική συνέπεια μιας ιστορίας, η οποία έτσι κι αλλιώς δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Οι ενημερωτικές κάρτες στο τέλος που πληροφορούν για την εξέλιξη της ιστορίας χτυπούν ως λίγο περισσότερο ακαδημαϊκές από όσο θα ήθελα, όμως, οι πραγματικές φωτογραφίες αυτής της συνάντησης έχουν τόση δύναμη που επαναφέρουν τις εντυπώσεις στον σωστό δρόμο. Το "Life" είναι μια στιγμή από την ίδια την ιστορία του Hollywood και ο Corbijn την μεταφέρει με την διακριτικότητα και την παρατηρητικότητα που θα όφειλε. Και αυτό την κάνει απόλυτα αληθινή. (3,5*/5)
Περισσότερα για την 65η Berlinale, εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου