O Mark (John Hawkes) είναι ένας 38χρονος συγγραφέας, καλοσυνάτος κι αισιόδοξος, με μία μεγάλη ιδιαιτερότητα: το κεφάλι του είναι το μοναδικό σημείο του σώματός του που μπορεί να κουνήσει και ακόμα και η αναπνοή του πρέπει να υποστηρίζεται στο μεγαλύτερο κομμάτι της μέρας από ένα ογκώδες μηχάνημα. Παρόλα αυτά, παρά την κινητική του αδυναμία, ο Mark προσπαθεί να ζει την ζωή του στο έπακρο, χωρίς να αφήνει τις ιδιαιτερότητες της καθημερινότητάς του να αναστέλλουν τα σχέδιά του για την ζωή και στα 38 είναι έτοιμος για την μεγαλύτερη περιπέτεια της ζωής του. Να χάσει την παρθενιά του.
Βοηθός σε αυτή την επιχείρηση θα είναι η Chreryl (Helen Hunt), θεραπεύτρια του σεξ και ειδική στις περιπτώσεις ανθρώπων με κινητικές δυσκολίες, που θα αναλάβει να συμφιλιώσει τον Mark με το σώμα του και θα ξαπλώσει μαζί του, κάνοντας μια σειρά ιδιότυπων συνεδριών με στόχο την σεξουαλική αφύπνισή του. Παράλληλα, ο πατήρ Brennan (William H. Macy) είναι ο άνθρωπος που θα ακούσει όλες τις εντυπώσεις και τα σχόλια του Mark για την πορεία της διαδικασίας, αναλαμβάνοντας τον ρόλο του ανορθόδοξου υποστηρικτή και καθοδηγητή, ακόμα κι όταν οι προτροπές του έρχονται σε αντίθεση με το κήρυγμα του.
Ασφαλώς και στο επίκεντρο της ταινίας βρίσκεται ο John Hawkes. Ο ηθοποιός που τράβηξε πρόσφατα τα βλέμματα παίζοντας τον ρόλο του κακού στο ανεξάρτητο αμερικανικό σινεμά, τόσο στο Winter's Bone όσο και στο Martha Marcy May Marlene, αποκτά την ευκαιρία να δείξει το εύρος των ικανοτήτων του, ακόμα κι όταν το μόνο με το οποίο μπορεί να δουλέψει είναι το κεφάλι του. Με τα βλέμματα, τον τόνο της φωνής και το δυνατό, αν και άβολο, χαμόγελό του καταφέρνει να κερδίσει την καρδιά του θεατή, αποφεύγοντας με τέχνη οποιαδήποτε περιοχή μιζέριας από την οποία μπορεί να κινδυνεύει η θεματολογία. Στο ίδιο μήκος κύματος, η Helen Hunt επιστρέφει δυναμικά στην επικαιρότητα, ξεγυμνώνεται θαρραλέα στην κάμερα και σχηματίζει μια τρυφερή σχέση με τον Hawkes, κάπου στην γκρίζα περιοχή ανάμεσα στην φιλία, τον έρωτα και την συμπόνια, κάτι το οποίο δεν αφήνει την ανάπτυξη των χαρακτήρων να γίνει προβλέψιμη και βαρετή. Ο William H. Macy προσδίδει το απαιτούμενο comic relief στην ιστορία, άλλος ένας επάξιος διεκδικητής του βραβείου χειρότερου μαλλιού για φέτος, που, όμως, δημιουργεί μία συμπαθέστατη και τρυφερή περσόνα, εγκλωβισμένη κάπου ανάμεσα στις προσταγές της θρησκείας και της γνήσιας δέσμευσης να συμβουλεύσει ειλικρινά έναν φίλο.
Βασισμένο στην πραγματική ιστορία του Mark O'Brien, το The Sessions, παρά το δραματικό βάρος του θέματός του, παραμένει μια feel-good, crowd-pleaser ταινία μέχρι το τέλος και αυτό το πετυχαίνει χωρίς να συμβιβάζεται ως προς την αποτύπωση της τραγικότητας της κατάστασης. Παράλληλα, είναι μια ταινία σχετικά με το σεξ και την απώλεια της παρθενιάς του πρωταγωνιστή και, παρόλα αυτά, είναι ένα έργο προφανούς συναισθηματικής ωριμότητας, ξεπερνώντας όλες τις παγίδες και τις αναμενόμενες προσεγγίσεις, γεγονός που προκαλεί ακόμα μεγαλύτερη έκπληξη. Το "The Sessions" είναι το καλό αμερικανικό σινεμά, που είναι έτοιμο να θίξει θέματα με στόχο να μιλήσει στο ευρύ κοινό ενώ, όμως, τα χειρίζεται χωρίς να υποτιμά το νοητικό επίπεδο των θεατών. Δε θα ήταν έκπληξη αν η ταινία στο τέλος της σεζόν ανήκει στους διεκδικητές των μεγάλων βραβείων. (4*/5)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου