Παρασκευή 3 Απριλίου 2015

The Fast and the Furious: The Complete Journey.

Προσοχή! Ακολουθούν spoilers για τα όλες τις "Fast & Furious" ταινίες εκτός από την τελευταία.

Χρειαζόταν να επαναλαμβάνω ξανά και ξανά στο μυαλό μου, κάθε φορά που έπιανα τον εαυτό μου να ανυπομονεί αναπάντεχα και δίχως ψυχραιμία για την κυκλοφορία του "Furious 7", το γεγονός ότι το φιλμ είναι το έβδομο μέρος μιας σειράς ταινιών, η οποία, κακά τα ψέματα, δεν προοριζόταν από την αρχή να φτάσει σε αυτό το σημείο ολοκλήρωσης. Και πώς θα μπορούσα να κάνω αλλιώς, άλλωστε, όταν αυτό που ξεκίνησε ως μια macho περιπέτεια για αυτοκίνητα και γκόμενες, κατέληξε στην πορεία να γίνει μια πρώτης τάξεως σαπουνόπερα μεγατόνων, μία action σειρά που αψηφούσε τους νόμους της φυσικής (οι νόμοι άρχισαν να καμπυλώνονται από την στιγμή που η Mia της Jordana Brewster είπε με στόμφο στο πρώτο μόλις φιλμ της σειράς "Ο Dom είναι σαν την βαρύτητα, Έλκει τα πάντα.") και, ουσιαστικά, μια υπερ-ηρωϊκή ταινία (ποιος είπε ότι ο Dwayne "The Rock" Johnson δεν είναι υπερήρωας;) που μπορεί να αύξανε τα γκάζια και την αδρεναλίνη αλλά ευαγγελιζόταν πάντα (και το εννοούσε) ότι "η οικογένεια μπαίνει πάντα πρώτη";

Εξάλλου, αν το σκεφτεί κανείς καλά, όλες οι ενέργειες της συμμορίας ομάδας είχαν πάντα από πίσω ένα ανώτερο κίνητρο (για αρχή, την επιβίωση) που, ουσιαστικά, νομιμοποιούσε ηθικά την κάθε πράξη ενώ, ταυτόχρονα, για ένα franchise που παρουσιάζει τα neon φώτα κάτω από τα αμάξια ως... διεγερτικό και βασίζεται θεμελιωδώς στα καλλίγραμμα γυναικεία σώματα ως συνοδευτικά της μεγάλης ταχύτητας, η έννοια της απιστίας παραμένει (εντυπωσιακά) έννοια άγνωστη (τον Dom και την Letty (Michelle Rodriguez), η σχέση των οποίων υπάρχει από το πρώτο δεκάλεπτο του πρώτου "The Fast and the Furious" κατάφερε να τους χωρίσει μόνο ο θάνατος - και αυτός παροδικά)! Το δε σταδιακό χτίσιμο ενός ολόκληρου κόσμου καθώς και η διάθεση του Justin Lin (που ανέλαβε την σειρά από την τρίτη ταινία) να επανεφεύρει το κάθε επεισόδιο, κατέστησε την σειρά των ταινιών ένα πρωτοφανές παράδειγμα στο σύγχρονο σινεμά, όπου όσα θα μπορούσαν να πάνε τελείως στραβά, παραδόξως όχι μόνο λειτουργούσαν αλλά και, συνολικά, ανάγονταν σε κάτι ακόμα ισχυρότερο από το άθροισμα των μεμονωμένων στοιχείων.

Ίσως, βέβαια, αυτό να ήταν και απόλυτα λογικό για ένα franchise που ξεκίνησε αντίστροφα από το συνηθισμένο, χωρίς να έχει εξαρχής πλήρως σχηματισμένους χαρακτήρες ή σαφές αφηγηματικό πλαίσιο, για να αποκτήσει στην πορεία (μετά από την τρίτη ταινία, τουλάχιστον) βάθος, συγκεκριμένη ταυτότητα, ψήγματα ανησυχίας για την (έστω μερική) αποκατάσταση του ρόλου του γυναικείου φύλου (οι γυναίκες στο σύμπαν του Fast & Furious δεν είναι και το υπόδειγμα περίπλοκου χαρακτήρα αλλά είναι πάντα έτοιμες και ικανές να σώσουν τους αγαπητικούς τους από θανάσιμο κίνδυνο) και, τελικά, να... απογειωθεί (με περισσότερες από μία έννοιες), φλερτάροντας με τα όρια της επιστημονικής φαντασίας αλλά και αυτά του παραμυθιού, καθώς το πολυπόθητο "κι έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα" (έστω μετά από "ένα ακόμα τελευταίο μεγάλο κόλπο") παραμένει συνεχώς η μόνιμη, παθιασμένη επιδίωξη. Ειδικά βλέποντας την εξέλιξη της αφήγησης και την ανάπτυξη των υποθέσεων των ταινιών ανά τα χρόνια (για όνομα του Θεού, συμπεριλαμβάνουν και χρονικά τερτίπια!) είναι πολύ εύκολο να συγχωρήσεις την γενικότητα της αρχής (σηκώνω το χέρι κι εγώ ως ένοχος απόρριψης των πρώτων "Fast & Furious") και την αδυναμία συγκεκριμένου εξαρχής οράματος προς όφελος μια συνεχώς αναπτυσσόμενης μυθολογίας, που έδωσε ουσιαστικά αέρα... "Avengers" (Το "Fast Five" ουσιαστικά είναι το τέλος του Phase I αυτού του σύμπαντος) στην όλη ιστορία.

Με αφορμή την κυκλοφορία του τελευταίου (για τώρα) μέρους της ιστορίας, το Frame Game κοιτάει πίσω στην ιστορία αυτού του θορυβώδους σύμπαντος και ξεχωρίζει τα καλά, τα κακά και τα πέρα-για-πέρα what-the-fuck στοιχεία μιας απρόσμενα μυθικής ιστορίας. Ήταν χωρίς ελαττώματα; Σε καμία περίπτωση. Όμως, κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τα Fast & Furious ότι δεν στόχευσαν ψηλά. Πολύ ψηλά (όπως έδειξε και το "Furious 6") για την ακρίβεια.


The Fast and the Furious (2001) του Rob Cohen (2,5*/5)

Μπορεί ο Dom του Vin Diesel να είναι το πιο άμεσα αναγνωρίσιμο πρόσωπο ολόκληρου του F&F σύμπαντος, όμως, ο πραγματικός πρωταγωνιστής αυτών των ταινιών μάλλον ήταν ο Brian του Paul Walker, και όχι απαραίτητα γιατί πρωταγωνίστησε στις περισσότερες από αυτές. Η πρώτη ταινία της σειράς ξεκινάει με αυτόν να προσπαθεί να εισχωρήσει στον (παράνομο;) κόσμο της υψηλής ταχύτητας, ακολουθεί όλες τις εξελίξεις από την δική του οπτική και αναδεικνύει τον ίδιο ως τον ουσιαστικό πυρήνα μιας αφήγησης, που ξεκινά ως μίνι αστυνομικό μυστήριο (ποιοι είναι οι μυστηριώδεις κλέφτες με τα αυτοκίνητα;), εξελίσσεται σε Speed Racer του φτωχού (με τους αγώνες ταχύτητας να μετατρέπονται σε αφορμές για neon εκρήξεις) και καταλήγει ακούσια (ή και όχι) σε homage του Mad Max, με την τελική καταδίωξη στον ευθύ, ατέλειωτο αυτοκινητόδρομο να παραπέμπει έστω συνειρμικά στον κόσμο του George Miller. Φυσικά, μέσα σε αυτό το πλαίσιο τίθενται οι βάσεις μιας υγιούς σαπουνόπερας, με το backstory των ηρώων να περιορίζεται σε ντροπιαστικές generic αφηγήσεις, οι οποίες συνήθως έχουν να κάνουν με παιδικά τραύματα, ατάκες που προκαλούν το μειδίαμα τόσο με το περιεχόμενό τους αλλά και την σοβαροφανή τους εκφορά ("Αν της σπάσεις την καρδιά, θα σου σπάσω τον λαιμό", "Για αίμα έχει οξείδιο του αζώτου και για εγκέφαλο ντεπόζιτο" κοκ), και τα πρώτα ψήγματα αντιζηλιών και ερωτικών διαθέσεων, που πρόκειται να αναπτυχθούν εκτενώς στις υπόλοιπες ταινίες. Παρόλα αυτά, ποτέ η ταινία δεν ξεγελά τον εαυτό της ότι είναι κάτι παραπάνω (ακόμη) από μια καγκούρικη extravaganza και αυτό της δίνει την δυνατότητα να αναπτυχθεί με απόλαυση και χωρίς complex. Εξάλλου, τα καλύτερα έρχονται... 


2 Fast 2 Furious (2003) του John Singleton (1,5*/5)

...αλλά όχι ακόμα. Το "2 Fast 2 Furious" δεν είναι κάτι παραπάνω από ένα αναμάσημα της βασικής πλοκής της πρώτης ταινίας (χωρίς, όμως, την campy σαπουνόπερα και χωρίς κανέναν από τους βασικούς πρωταγωνιστές της πρώτης ταινίας πλην του Walker - τι λέγαμε ότι αυτό είναι το δικό του franchise;), ακολουθώντας για άλλη μια φορά τον χαρακτήρα του Paul Walker στην προσπάθεια ξεμπροστιάσματος αυτή τη φορά ενός drug lord του Miami. Αφού, όμως, ο Brian γίνεται street racer και αναλαμβάνει ουσιαστικά τον ρόλο του Dom για αυτό το φιλμ, η μυστική πράκτορας Monica Fuentes (Eva Mendes) αναλαμβάνει να γίνει ο Brian αυτής της ιστορίας, χωρίς, όμως, να καταφέρνει να ξεπεράσει την γενικότητα ενός ρόλου που παραμένει και υποανάπτυκτος αλλά, κυρίως, βαρετός και ανεκμετάλλευτος. Όλο αυτό το δεύτερο κεφάλαιο της ιστορίας παραμένει, πάντως, ανάξιο λόγου γενικότερα, καθώς είναι η υπενθύμιση του πόσο κακό μπορεί να γίνει το franchise στα λάθος χέρια και τι τρόμος θα μπορούσε να περιμένει την σειρά στην συνέχεια, αν δεν ερχόταν ο Justin Lin να την αναστήσει από τις NOS στάχτες της. Η μόνη της συνεισφορά στην ευρύτερη μυθολογία, ουσιαστικά, είναι απλά η προσθήκη στο σύμπαν του F&F των ράπερ Tyrese (Roman Pierce) και Ludacris (Tej) αλλά και η συγκινητική στιγμή (η πρώτη στην σειρά) που αυτοκίνητο αποχωρίζεται την άσφαλτο για να προσγειωθεί, γιατί όχι, σε ένα σκάφος. Πάντως, αξίζει να σημειωθεί ότι εδώ είναι που ξεκίνησε τελικά η τεχνική της παράλληλης αφήγησης των ιστοριών του F&F σύμπαντος (μάλλον ακούσια), με τον θεατή να παρακολουθεί ουσιαστικά τις μεμονωμένες ζωές των (μεταφορικά) υπερηρώων, οι οποίοι οδεύουν σιγά σιγά προς το επόμενο team-up τους (ο Dom παραμένει στην Baha του Mexico, όπως αποκάλυψε η post credit σκηνή της πρώτης ταινίας).


The Fast and the Furious: Tokyo Drift (2006) του Justin Lin (3*/5)

"Αν έπρεπε να τρέξω, θα ήταν για κάτι σημαντικό". Αυτό ευαγγελίζεται το τρίτο φιλμ της σειράς, προσθέτοντας στον πίνακα τον δεύτερο πιο σημαντικό κανόνα του franchise, μετά το "η οικογένεια μπαίνει πάντα πρώτη". Και αυτό είναι ενδεικτικό της σημασίας του "Tokyo Drift": εκεί που θα περίμενε κανείς τα εμφανή σημεία κόπωσης και ανέμπνευστης επανάληψης, το φιλμ εμφανίζει τα πρώτα σημάδια εξυπνάδας σε ένα φαινομενικά χαζό σύνολο. Για αυτό, δεν ευθύνεται μόνο ο ερχομός του Justin Lin στο σκηνοθετικό τιμόνι αλλά και η σεναριακή πλέον καθοδήγηση του Chris Morgan, η οποία διατηρεί τον απαραίτητο macho ενθουσιασμό αλλά αφαιρεί τις βλακώδεις ατάκες και τις άβολες συζητήσεις, εστιάζοντας σε μια λιγότερο σοβαροφανή γραφή, η οποία δεν διστάσει να αναγνωρίσει την ίδια της την χαζομάρα και να την απενοχοποιήσει. Ταυτόχρονα, αναγνωρίζοντας την ίδια την φύση του υλικού, καταφέρνει να το επαναπροσδιορίσει, να το κατευθύνει προς άλλα είδη και τελικά να το επαναφέρει σε έναν δρόμο όπου αγωνιάς για την συνέχεια.

Ναι, και πάλι η ιστορία αφορά έναν χαρακτήρα με family issues, και πάλι οι σχηματικοί χαρακτήρες του κάνουν την ζωή δύσκολη, και πάλι ο ίδιος βρίσκεται αναγκασμένος, ενώπιον μιας ολόκληρης συμμορίας (εδώ δεν είναι οικογένεια αλλά yakuza) να φτάσει μέχρι την κορυφή της ιεραρχίας. Το ότι ο Sean του Lucas Black είναι τόσο ξενέρωτος ως ήρωας (παρά τους bad boy χαρακτηρισμούς του σεναρίου) δεν βοηθά τον Lin, όμως, ο σχεδόν λευκός καμβάς που του δίνει η παραγωγή του επιτρέπει να στήσει το δικό του παιχνίδι, ξεκινώντας ουσιαστικά την παρτίδα από την αρχή. Όπως, εξάλλου, λέει και ο (μετέπειτα) εξαιρετικά αγαπητός Han του Sung Kang, "Αν δεν ντριφτάρεις για την νίκη, τότε για τι;". Και, όντως, ήδη στα πρώτα τριάντα λεπτά, ο Lin στήνει δύο εντυπωσιακές σκηνές υψηλής ταχύτητας, μια για τον cowboy του και μια για τα Tokyo Drift Boys του, φιλτράρει μέσα από τις αντανακλάσεις στο σασί όλα τα neon φώτα του Tokyo και κάνει στην πορεία μια στροφή προς Karate Kid περιοχές για να επιστρέψει στο φινάλε στο αποκαλυπτικό "Ο Han ήταν οικογένεια" και την επανεμφάνιση του Dom του Vin Diesel. Γκάζια. Μαύρο. Τίτλοι τέλους. Ανατριχίλα. Το πιο εντυπωσιακό δε είναι ότι χωρίς να το καταλάβουμε, ο Lin έβαλε την ταινία σε ένα πλαίσιο μυθολογίας, δημιουργώντας πριν γίνει της μόδας, ουσιαστικά, ένα shared σύμπαν. Ναι, ο Han είχε μόλις πεθάνει, όμως, ποιος το περίμενε ότι αυτό θα ήταν τελικά μόνο η αρχή;


Fast & Furious (2009) του Justin Lin (3*/5)

H πρώτη σκηνή του "Fast & Furious" αντανακλά σχεδόν πιστά την πρώτη σκηνή της πρώτης ταινίας. Μόνο που αυτή την φορά, ο Dom και οι φίλοι του δεν έχουν ανάγκη να φορέσουν κράνη για να προστατέψουν την ανωνυμία τους αλλά δρουν ανενόχλητοι πέρα από το βλέμμα του νόμου, οδηγώντας σχεδόν αεροπλανικά τα αυτοκίνητά τους. Εξάλλου, αν οι ταχύτητες της πρώτης ταινίας ήταν απλά υψηλές, τώρα πια έχουν αγγίξει ιλιγγιώδη επίπεδα. Κάθε ομοιότητα, όμως, με το παρελθόν σταματά εδώ, καθώς οι Lin και Morgan αποκαλύπτουν από την αρχή πόσο μεγάλη διάθεση έχουν για να παίξουν το παιχνίδι αλλιώς.

Κρατάς το μέτρημα; Α) Η παρουσία του Han στην πρώτη σκηνή αποκαλύπτει πως η ταινία ναι μεν εξελίσσεται μετά τα γεγονότα της πρώτης ("5 χρόνια μετά" αποκαλύπτει η Mia της Jordana Brewster) ουσιαστικά, όμως, τελικά αποτελεί prequel του τρίτου φιλμ, χωρίς περαιτέρω χρονικές λεπτομέρειες. Ναι, ο Han δηλώνει ότι θα πάει στο Tokyo, όμως, η ιστορία του δεν έχει τελειώσει ακόμα. Β) Τι λέγαμε για την ικανότητα της σειράς να επανεφεύρει τον εαυτό της; Μετά το Karate Kid του "Tokyo Drift", το "Fast & Furious" μετατρέπεται σε καθαρή ιστορία εκδίκησης, με τον Dom να προσπαθεί να διαλευκάνει την off-camera δολοφονία της Letty (έμφαση στο off-camera και κλείσιμο του ματιού), δουλεύοντας undercover για την αστυνομία μαζί με τον Brian και στόχο την αποκάλυψη του μαφιόζου υπεύθυνου πίσω από όλα αυτά. Γ) Ποιος είπε τίποτα για βαρετές καταδιώξεις σε δρόμους; Έρημοι και ετοιμόρροπα τούνελ φέρνουν αναζωογονοτικό αέρα σε μια εικονογραφία που ήδη είχε αρχίσει να εμπλουτίζεται με την τοπογραφία του Tokyo από την προηγούμενη ταινία, αποδεικνύοντας ότι ο Lin ήρθε για να μείνει.

Μαζί με τους χαρακτήρες του πρώτου φιλμ, βέβαια, επιστρέφουν και οι σαπουνοπερικές διαστάσεις της σειράς, δίνοντας την ευκαιρία στον έρωτα του Brian και της Mia να ανθίσει για τα καλά, καθώς και στον Dom και (πάλι) τον Brian να λύσουν μια και καλή τις παρελθοντικές διαφορές τους. Αυτή τη φορά, ο Dom δεν το σκάει στο φινάλε, όμως, δίνει την καλύτερη πάσα στους υπόλοιπους για να προετοιμάσουν το έδαφος για την επόμενη μεταμόρφωση του franchise: το "Fast and Furious: The heist movie". Με το "Fast & Furious", ο Lin λύνει τους δεσμούς με το παρελθόν και είναι έτοιμος πια να παρουσιάσει το αριστούργημά του. Η οικογένεια είναι πια μαζί. Το υπερθέαμα μόλις αρχίζει. Bonus: Η Gal Gadot εμφανίζεται ως η "token hot chick" της ταινίας, όμως, αν μας έχει μάθει κάτι μέχρι τώρα ο Lin είναι ότι όλοι όσοι συναντούμε στην πορεία, κρύβουν την δική τους, προσωπική σημασία. Χεχ, ο κανόνας φυσικά ισχύει και σε αυτή την περίπτωση.


Fast Five (2011) του Justin Lin (4*/5)

To "Fast Five" ξεκινά εκεί ακριβώς που τελειώνει το "Fast & Furious", με την απελευθέρωση δηλαδή του Dom από τα ισόβια δεσμά και την πρώτη ουσιαστικά φορά που ο Brian οργανώνει μόνος του μία καινούρια επιχείρηση υψηλής ταχύτητας, πάντα "για την οικογένεια". Ο Lin, όμως, δεν σπαταλά χρόνο με αυτό γιατί δεν έχει την παραμικρή διάθεση να ασχοληθεί με το παρελθόν. Το Fast Five δεν είναι απλά η τέταρτη συνέχεια μιας επιτυχημένης ταινίας αλλά μια καινούρια αρχή και μια προσπάθεια για εξολοκλήρου επαναπροσδιορισμό της σειράς, χωρίς, όμως, να αγνοεί το παρελθόν του franchise. Πλέον εδώ είναι και ο Vince της πρώτης ταινίας για να συνεχίσει την αντιζηλία του με τον Brian, και οι Roman και Tej από την δεύτερη ταινία, και ο Han από το τρίτο "Tokyo Drift" (ναι, και το "Fast Five" λαμβάνει χώρα χρονικά πριν από το τρίτο φιλμ της σειράς") και η Gisele από το τέταρτο μέρος, όλοι πλέον μέλη μιας ομάδας που θέλει μια και καλή να αλλάξει το μέλλον της με μία τελευταία μεγάλη κομπίνα. Γιατί αν το "Tokyo Drift" ήταν ένας πειραματισμός πάνω στην θεματική του Karate Kid και το "Fast & Furious" μια κλασική ιστορία εκδίκησης, τότε το "Fast Five" είναι το απόλυτο... heist movie.

Και δεν είναι υπερβολή να παραδεχτούμε ότι αυτό το φιλμ (το πέμπτο του franchise, επιμένω) είναι και το καλύτερο της σειράς. Οι σκηνές ταχύτητας πλέον κινούνται σε άλλο επίπεδο (η τελική καταδίωξη στο Rio με το χρηματοκιβώτιο είναι απλά ένα αριστούργημα), ο Justin Lin εκμεταλλεύεται στο έπακρο κάθε δυνατότητα που του δίνει το τοπίο χρησιμοποιώντας την πόλη ως ξεχωριστό, αυτόνομο χαρακτήρα, οι προσωπικότητες των ηρώων πλέον έχουν ξεπεράσει την σαπουνόπερα και έχουν αγγίξει το αληθινό μελόδραμα ("Είμαι έγκυος. Έχω χάσει ήδη μια φορά την οικογένειά μου. Δεν θα το ξανακάνω" εξομολογείται η Mia) και η μοναδική νέα προσθήκη της σειράς αποδεικνύει πως αυτό το σύμπαν, πλέον, έχει ξεπεράσει τον εαυτό του, Γιατί όταν έχεις τον Vin Diesel και το Dwayne Johnson στο ίδιο πλατό και καταφέρνειw να μην τους κάνεις να φαίνονται ως ογκόλιθοι μονίμως έτοιμοι για ξύλο, τότε έχεις κάνει κάτι πολύ σωστά. Δράση, μελό, έρωτας και., πάντα, η αίσθηση ευθύνης απέναντι στην οικογένεια ισορροπούν ιδανικά σε ένα φιλμ που αποδεικνύει πως σημασία δεν έχει πάντα τι λες αλλά πώς καταφέρνεις να το κάνεις απόλυτα πιστευτό και τελικά αληθινό.

Το τελικό, δε, twist της ταινίας, αποκαλύπτει (σε ένα μικρό cameo ξαναβλέπουμε και την πράκτορα Fuentes της Eva Mentes από την δεύτερη ταινία) πως η Letty... ζει και μάλιστα δρα ως μέλος συμμορίας στην Ευρώπη. Ποιος είπε ότι η σειρά απαρνήθηκε, εξάλλου, την σαπουνοπερική της φύση; Αγαπητά clifhangers, καλώς ήρθατε στον σύμπαν του Fast και του Furious.


Furious 6 (2013) του Justin Lin (3,5*/5)

Παρατηρώντας την εξέλιξη των αφισών της σειράς, μπορεί κανείς να καταλάβει γιατί πλέον σε πρώτο φόντο βρίσκονται οι ήρωες και όχι τα αυτοκίνητα. Πλέον, τα ακριβά αμάξια, όσο ισχυρή παρουσία και αν έχουν σε κάθε ταινία, δεν είναι ο αυτοσκοπός παρά το μέσο επίτευξης των περίτεχνων καταδιώξεων που γίνονται όλο και πιο εντυπωσιακές, όχι απαραίτητα γιατί ανεβαίνουν τα γκάζια αλλά γιατί οι συνέπειες έχουν πια συναισθηματικό αντίκτυπο. Με κάθε αφορμή, ο σεναριογράφος Chris Morgan τονίζει ότι όλα γίνονται για την οικογένεια, ακόμα κι αν υπάρχει ένα ταχύτατο τανκ που ισοπεδώνει οχήματα σκορπώντας τον τρόμο. Η ίδια η αφορμή της ταινίας, εξάλλου, είναι η επιστροφή της Letty στην αφήγηση, η οποία, σε πλήρη σαπουνοπερική διάθεση, είναι υγιής αλλά... με αμνησία, δίχως να θυμάται το παρελθόν της με τον Dom και την υπόλοιπη παρέα.

Ύστερα από το Tokyo και το Rio, ο Justin Lin μεταφέρει αυτή την φορά την δράση στο Λονδίνο και μαζί με τον Βρετανικό αέρα, φέρνει μπόλικες αναμετρήσεις με μπουνιές και κλωτσιές (ειδικά εδώ και στο επόμενο φιλμ αποθεώνεται το fist fight) και μια πλοκή James Bond επιρροών, όπου μυστικές υπηρεσίες, ομάδες τρομοκρατικών προθέσεων και το ειδικό διπλωματικό σώμα του πράκτορα Hobbs του Dwayne Johnson κάνουν την αγγλική πρωτεύουσα γυαλιά καρφιά, ενσωματώνοντας μια καταδίωξη που παραπέμπει ευθεία στην κούρσα εντός Tokyo που στοίχισε την ζωή στον Han αλλά και ένα φινάλε που ενώνει Γη και αέρα, με την παρέα μα προσπαθεί και να καταφέρνει να αποτρέψει την απογείωση ενός αεροπλάνου. Ακόμα και αν το τελικό αποτέλεσμα δεν φτάνει την αρτιότητα του "Fast Five" (η σκηνή με το κινούμενο χρηματοκιβώτιο παραμένει η καλύτερη που έχει γυριστεί ποτέ στο frachise), το "Furious 6" είναι... bolder, bigger, faster και, σίγουρα, more furious από κάθε προηγούμενο φιλμ της σειράς, λειτουργώντας σαν το ενδιάμεσο τμήμα μιας άτυπης τριλογίας που ξεκίνησε με το προηγούμενο φιλμ και θα ολοκληρωθεί με το "Fast & Furious 7".

Στα highlights της ταινίας, σίγουρα εντάσσεται η παρουσία της Gina Carano (και πολύ άργησε) ενώ στα μειονεκτήματα, ο ολοένα και συρρικνωμένος ρόλος της Mia της Jordana Brewster, που πλέον (και ως μάνα) λειτουργεί μόνο σαν άγκυρα του Brian. Ο κακός του Luke Evans απλά περνάει την βάση αλλά αν είναι αυτό το απαραίτητο πέρασμα για τον ερχομό του, αδερφού του στην ταινία, Jason Statham, τότε χαλάλι. Αξίζει αναφοράς, τέλος, το timeline της ταινίας, που πλέον αποχαιρετά ηρωικά την Gisele της (μελλοντικής Wonder Woman) Gal Gadot και γυρίζει για τα καλά τον Han στον Tokyo για να βρει τον θάνατο που όλοι ήδη ξέραμε από το "Tokyo Drift", εξηγώντας τον λόγο της παρουσίας του Dom στην τελευταία σκηνή εκείνης της ταινίας. Το πόσο προγραμματισμένο ήταν εξαρχής αυτό το πλάνο είναι αδύνατον να το ξέρουμε αλλά είναι εντυπωσιακό το πόσο έξυπνα διαχειρίστηκε όλες τις παράλληλες ιστορίες ο Lin για να δημιουργήσει κάτι πολύ παραπάνω από μια σειρά racing ταινιών. Απόδειξη; Ακόμα ένα έντονο και αποτελεσματικό clifhanger στο τέλος της ταινίας. Πώς ήταν δηλαδή το πρώτο "The Fast and the Furious"; Καμία σχέση.


Fast & Furious 7 (2015) του James Wan (3*/5)

Το, επίσης ονομαζόμενο, "Furious 7" (σοβαρά, μιλάμε με ενδιαφέρον για το έβδομο μέρος μιας σειράς ταινιών, αν είναι δυνατόν!) έρχεται ως το τρίτο και τελευταίο μέρος μιας άτυπης τριλογίας που ξεκίνησε από το "Fast Five" και είδε την ομάδα να πηγαίνει από γωνιά σε γωνιά του πλανήτη (εδώ η πορεία επιτάσσει Λονδίνο, Αζερμπαϊτζάν, Αμπού Ντάμπι και επιστροφή στο Λος Άντζελες, όπου ξεκίνησαν όλα), μπλεγμένη σε έναν ιστό Bond-ικών διαστάσεων και ψηγμάτων κατασκοπίας, η οποία, η αλήθεια είναι είναι άκρως σχηματική αλλά δίνει την βάση για μερικές από τις πιο εντυπωσιακές σκηνές της σειράς. Οι καταδιώξεις στα βουνά του Καυκάσου, εξάλλου, είναι καλοστημένες (αν και κατώτερες των αντίστοιχων στο Rio ή της κλασικής πια σκηνής με το τανκ) των προηγούμενων φιλμ, όμως, το πραγματικό διαμάντι είναι η σκηνή στους ουρανοξύστες του Αμπού Ντάμπι με τα πιο ιπτάμενα από ποτέ αυτοκίνητα να αποτελεί ικανή σκηνή ανθολογίας για το οποιοδήποτε μέλλον της σειράς. Το κακό είναι ότι η ενδιάμεση αφήγηση δεν δείχνει να κρατά το ενδιαφέρον παρά λειτουργεί ως παρένθεση για την επόμενη σκηνή δράσης, δίχως πραγματική συνοχή.

Ίσως φταίει που ο Chris Morgan (ο οποίος παραμένει σταθερά σεναριογράφος) καταπιάνεται με πολλές παράλληλες αφηγήσεις: η εκδίκηση του Jason - Deckard Shaw - Statham, η αμνησία της Letty, οι μυστικές υπηρεσίες με επικεφαλής τον... Kurt Russell ως απάντηση στις "σκιές" του Luke - Owen Shaw - Evans της προηγούμενης ταινίας, η ζωή στο σπίτι ("το σπίτι είναι εκεί που είναι η οικογένεια"), η αναζήτηση ενός κατασκοπευτικού υπερόπλου και πολλά ακόμη παρακλάδια της αφήγησης κινδυνεύουν να υπερφορτώσουν μια ιστορία που έτσι κι αλλιώς δεν βασίζεται στους διαλόγους αλλά στις σκηνές δράσης της. Ίσως πάλι να ευθύνεται η αγωνία του James Wan να μην απογοητεύσει τους fan της σειράς, με αποτέλεσμα να σκηνοθετεί μερικές άκρως εντυπωσιακές σκηνές αλλά που δίνουν μια υπόγεια αίσθηση... αυτόματου πιλότου (σε αντίθεση με την συνδυαστική ματιά του Lin). Ενδεχομένως, να γίνεται εμφανής μια υπέρμετρη οικειότητα και μια κόπωση των ανατροπών τύπου "εκδίκηση, αντεκδίκηση και πάλι από την αρχή". Πάντως, κάτι στις μεταβάσεις από στάδιο σε στάδιο αφήγησης δείχνει να λείπει, όσο κι αν οι εκρήξεις φωτίζουν την οθόνη (ουρλιάζοντας "Hell, yeah!" κάθε φορά και πάλι), όσο κι αν οι μπουνιές πέφτουν σύννεφο σε γυμνασμένα μπράτσα (σε κάθε πιθανό συνδυασμό, φυσικά, με αποκορύφωμα τον Diesel εναντίον Statham).

Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, τα πάντα μπαίνουν σε δεύτερο πλάνο, πίσω από την ιστορία του Paul Walker και του άδικου χαμού του. Δεν πρόκειται να αποκαλύψω την τύχη του στην ταινία, όμως, οφείλω να πω ότι ο χειρισμός της κατάστασης είναι υποδειγματική, συγκινητική και, μάλλον, όχι αυτή που θα περίμενε κανείς, αποτέλεσμα γνήσιας αγάπης για τον χαμένο συνεργάτη. Εξάλλου, πέρα από τον Brian, και ο Paul Walker "ήταν οικογένεια" και είναι πολύ έντονο να το βλέπεις αυτό ν αποτυπώνεται με τόσο όμορφο τρόπο. Αν η ιστορία των F&F ταινιών ξεκίνησε με τον Brian για να ισορροπήσει ανάμεσα στο δίδυμο του με τον Dom, το "Fast & Furious 7" είναι πια η ταινία που καθαρά γέρνει την ζυγαριά προς τον Dom, δίνοντάς του πλέον και χωρίς αμφιβολία τα ηνία της αφήγησης και αποχαιρετώντας για πάντα ίσως τον βασικότερο αρχικό χαρακτήρα του. Το πού θα οδηγήσει αυτό είναι ακόμα άγνωστο, όμως, ο δρόμος που έχει ήδη διανυθεί είναι εξαιρετικά μακρύς και γεμάτος, κυρίως, επιτυχημένους ελιγμούς. Στην τελική, οι ταινίες της σειράς μπορεί να μην ήταν οι πιο πνευματώδεις που υπήρξαν ποτέ. Όμως, η συνοχή τους, η επιμονή τους και η διαρκής τους όρεξη για νέες περιοχές, απέδειξαν πως δεν ήταν απλώς φιλμ προς ξερή κατανάλωση από το άμυαλο, ανδρικό κοινό παρά ταινίες που άξιζαν την προσοχή ενός ευρύτερου κινηματογραφικού κοινού. Και αυτό μαρτυρά όχι μόνο την αξία τους αλλά τους προσδίδει τελικά και ιστορική αξία, ως case study προς μελέτη από μελλοντικούς επίδοξους σκηνοθέτες δράσης. Οι δρόμοι μας, εξάλλου, δεν έχουν χωρίσει ακόμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...