Με αφορμή την κυκλοφορία του Dawn of the Planet of the Apes την ερχόμενη Πέμπτη, είπα να περάσω το Σαββατοκύριακο βλέποντας και τις πέντε ταινίες της αρχικής σειράς (το remake του Burton δεν πιάνεται) και να καταγράψω τις εντυπώσεις μου στο Letterboxd (πήγα και λίγο θάλασσα, αλλά αυτό δεν είναι το θέμα μας). Αυτό που βγαίνει ως συμπέρασμα, είναι ότι παρά την φανταστική αρχή και το χλιαρό φινάλε, το Planet of the Apes Saga παραμένει σε όλη τη διάρκειά του μια τολμηρή σειρά, πρόθυμη να πάρει ρίσκα, να επανεφεύρει τον εαυτό της αλλάζοντας μορφή από ταινία σε ταινία (ποιος θα περίμενε ότι μετά το ολοκληρωτικής καταστροφής φινάλε της δεύτερης ταινίας, θα είχαμε ακόμη τρεις συνέχειες;), να φλερτάρει με την κωμωδία και την απόλυτη μαυρίλα ταυτόχρονα, να εξερευνήσει την ίδια την έννοια της ανθρωπότητας και να ενσωματώσει ένα σύνολο πολιτικών, θρησκευτικών και ιδεολογικών παρατηρήσεων στην αφήγησή του, που, μπορεί να χάνονται μέσα σε κατά στιγμές φτηνά εφέ και προβληματικές εκτελέσεις αλλά, αναδρομικά, φαντάζουν εξαιρετικά καίρια, και τελικά να δημιουργήσει ένα σύμπαν που περνάει από την Κοσμογονία μέχρι την Αποκάλυψη (όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά) και ξανά από την αρχή. Πάμε να τα δούμε αναλυτικά.
Planet of the Apes (1968) του Franklin J. Schaffner
Αν εξαιρέσει κανείς την παιδιάστικη, οικολογική προσέγγιση, η οποία, όμως, είναι και καίρια αλλά και πρόθυμη να προχωρήσει σε σκοτεινά μονοπάτια (όπως αποδεικνύουν κυρίως οι κατώτερες συνέχειες), είναι εντυπωσιακό το πόσο καλά πηγαίνουν οι περισσότεροι παράγοντες στην ταινία.
Από την στιγμή που οι αστροναύτες προσγειώνονται στον φαινομενικά άγνωστο πλανήτη και την αναζήτησή τους για εύφορη γη μέχρι την ανακάλυψη της ανθρώπινης παρουσίας και της πολιτισμένης κοινωνίας των νοημόνων πιθήκων, η αίσθηση του χώρου, της κίνησης, του ρυθμού, της ανάπτυξης της ιστορίας είναι υ π ο δ ε ι γ μ α τ ι κ ή, με τα μακρινά πλάνα να εναλλάσσονται με τα κοντινά, τις γωνίες λήψης να αποκαλύπτουν (ή να ανακαλύπτουν, καλύτερα, μαζί με τους πρωταγωνιστές) σταδιακά τον νέο κόσμο στον θεατή, τις σκηνές δράσης να αναδεικνύουν περισσότερη ένταση από όση φαινομενικά αποτυπώνουν και μια συνεχή ειρωνεία να υπογραμμίζει την απιθανότητα (ή και όχι) της ιστορίας.
Ειδικά το πρώτο ημίωρο της ταινίας (στο οποίο οι Γήινοι αναζητούν βιώσιμες συνθήκες στον νέο πλανήτη) είναι εξαιρετικό στην αίσθηση οικονομίας του και στέκει αυτόνομα ως μια μικρή ιστορία απρόσμενων κατακτητών (ακόμα μία θεματική που εξετάζει ολόκληρη η σειρά) μέχρι να πάρει άλλη τροπή και να στραφεί σε πιο κοινωνιολογικές κατευθύνσεις στη συνέχεια.
Το όλο δε πιθανώς βαρύγδουπο θέμα του τι είναι ο άνθρωπος και τι τον κάνει ανώτερο ον ισορροπεί ιδανικά με τα μίνι στοιχεία sitcom που αποκτά η ιστορία όταν μπλέκεται με την καθημερινή ζωή των πιθήκων για να ακολουθήσει στο φινάλε αντίστροφη πορεία και να επιστρέψει εκεί που ξεκίνησε, τόσο τοπογραφικά όσο και θεματικά, και να αποκαλύψει την πραγματική ταυτότητα του πλανήτη και την ουσιαστική βάση της ταινίας, η οποία ταιριάζει τόσο στις οικολογικές ανησυχίες των 60ς αλλά και στις σύγχρονες αντιπολεμικές προσεγγίσεις, οι οποίες εξακολουθούν να απασχολούν την "ανθρωπότητα" αλλά όχι απαραίτητα τους ανθρώπους ως είδος. (4.5*/5) (letterboxd)
Beneath the Planet of the Apes (1970) του Ted Post
Το πόσο δύσκολο ήταν για τον Franklin J. Schaffner να ισορροπήσει ανάμεσα στην πομπώδη, διδακτική πλευρά του Planet of the Apes και το αγνό, ουσιώδες storytelling, το αποδεικνύει κατευθείαν το πρώτο sequel της σειράς, το οποίο επιχειρεί να διευρύνει το σύμπαν της ταινίας με περισσότερες φατρίες της κοινωνίας των πιθήκων και υπόγειες κοινωνίες εναπομεινάντων ανθρώπων (και της θρησκείας τους) για να το καταστρέψει ολοκληρωτικά και κυριολεκτικά στο φινάλε, σαν εναλλακτικός Dr Strangelove, ο οποίος εξακολουθεί να λατρεύει την ατομική βόμβα.
Στο Beneath The Planet of the Apes, ο Ted Post εγκαταλείπει την κονκισταδόρικη διάθεση του πρωτότυπου φιλμ και ουσιαστικά σκηνοθετεί μια τηλεοπτική βερσιόν της πρώτης ταινίας για το πρώτο μισό (που ακολουθεί τον James Franciscus - δεν μπορώ να αποτυπώσω με λόγια το απρόσμενο meta της όλης κατάστασης - σε μια πορεία ταυτόσημη με αυτή του Charlton Heston της πρώτης ταινίας) χωρίς έμπνευση, ένταση ή, έστω, ενδιαφέρον. Κάθε απόπειρα δε για κοινωνιολογική εμβάθυνση προκαλεί ακούσια γέλια (σχεδόν περιμένεις να ακούσεις ηχογραφημένο γέλιο σε κάποιες σκηνές), ο Franciscus είναι επιεικώς τραγικός, ειδικά στις δραματικές ατάκες του και το όλο project θυμίζει ένα sitcom που πήρε τον αναμφίβολα κακό δρόμο.
ΑΛΛΑ.
Στο δεύτερο μισό, η ταινία παίρνει στροφή, επιστρέφει στις απαισιόδοξες θεματικές περί ανθρώπινες φύσης που άγγιξε η πρώτη ταινία, εισάγει ένα σύνολο larger than life χαρακτήρων (τηλεπαθητικοί άνθρωποι στα έγκατα της Γης, ναι, φυσικά, έχει συμβεί και με τους Morlocks) αγνοώντας τελείως τους πιθήκους του τίτλου και επιλέγει τον πιο σκοτεινό δρόμο για ΟΛΟΥΣ τους πρωταγωνιστές της, σοκάροντας με τις επιλογές της και την τελική κατάληξή της. Ναι, η εκτέλεση της ιδέας παραμένει ατάλαντη και το στήσιμο των σκηνών οριακά γελοίο αλλά η όλη τροπή, αν μη τι άλλο, προκαλεί έκπληξη και, τελικά, θαυμασμό, μετατρέποντας τον Πλανήτη των Πιθήκων ξαφνικά σε Κρύπτον, προς αναζήτηση ενός Καλ-Ελ.
Τρελή, τρελή ταινία, φιλόδοξη και με άγνοια κινδύνου. Χεχ. (2.5*/5) (letterboxd)
Escape from the Planet of the Apes (1971) του Don Taylor
Αν το Beneath the Planet of the Apes ήταν μάλλον σχιζοφρενικό στον πυρήνα του, το "Escape..." είναι πλέον ξεκάθαρα χωρισμένο σε δύο εντελώς διαφορετικής φύσης μέρη.
Το πρώτο μισό είναι ένα καθαρόαιμο slapstick φιλμ, το οποίο αντιστρέφει την ιδέα του πρωτότυπου και βρίσκει τον Cornelius, την Zira και τον πρωτοεμφανιζόμενο Dr. Milo να προσγειώνονται στη Γη του παρελθόντος τους, δύο χρόνια μετά την εκτόξευση του Τέιλορ και του πληρώματός του και αρκετά χρόνια πριν την επανάσταση των πιθήκων, έχοντας διαφύγει από την κατεστραμμένη Γη του μέλλοντος και με την προκαθορισμένη πορεία της ανθρωπότητας καταγεγραμμένη μόνο στο μυαλό τους. Με αυτή τη σεναριακή αφορμή, το φιλμ προσπαθεί να πει πράγματα σχετικά με την ξενοφοβία, την αντιμετώπιση των κατοικιδίων από τον μέσο άνθρωπο, την τρέλα των Αμερικανών για το... star system και την μόνιμη μανία του ανθρώπου για τον πόλεμο και τα όπλα, όλα τα παραπάνω, όμως, μένουν μόνο ως υπόνοιες όσο η Ζira και ο Cornelius μοιάζουν βγαλμένοι από μία καθημερινή κωμική σειρά, συνεχίζοντας το φλερτ της σειράς με το sitcom (όπως ξεκίνησε στο "Beneath...") και χτίζοντας τον χαρακτήρα των πιθήκων με χαριτωμενιές και συζυγικά καβγαδάκια. Μέσα σε αυτά, βέβαια, μαθαίνουμε και το μέλλον της ανθρωπότητας / παρελθόν του "Πλανήτη των Πιθήκων", καθώς ουσιαστικά προοικονομούνται τα γεγονότα των δύο επόμενων ταινιών, και παίρνουμε μια γεύση από την σκοτεινή πλευρά των πραγμάτων που έρχεται.
Γιατί ακολουθώντας την παράδοση των grimm endings, στο δεύτερο μέρος του, το "Escape..." αλλάζει τόνο, γκρεμίζει οποιεσδήποτε γέφυρες επικοινωνίας μεταξύ των εξελιγμένων και των υπο-εξέλιξη, οδηγεί την λύση της ιστορίας για ακόμη μια φορά σε μια ένοπλη σύγκρουση - χωρίς καβαλάρηδες αυτή τη φορά - και εξασφαλίζει για κάθε έναν από τους πρωταγωνιστές του το πιο δραματικό φινάλε, το οποίο σώζεται από ένα ελπιδιφόρο φινάλε της τελευταίας στιγμής.
Παρά τις κωμικές εξάρσεις της αρχής, όμως, το φιλμ παραμένει ρεαλιστικό (ακόμη κι αν κάποιος το χαρακτηρίσει απαισιόδοξο) σε αντίθεση με την υπερβολική εξτραβαγκάντζα που έκλεισε την προηγούμενη ταινία και ίσως είναι και το πιο αυτόνομο από όλα τα φιλμ της σειράς, ακολουθώντας μια ιστορία με ξεκάθαρη αρχή, μέση και τέλος, χωρίς να αφήνει υποπλοκές για την συνέχεια παρά ανοίγει απλά τον δρόμο για το μέλλον. Ή το παρελθόν, ανάλογα πώς θα το δει κανείς. (2.5*/5) (letterboxd)
Conquest of the Planet of the Apes (1972) του J. Lee Thompson
Ύστερα από τρεις ταινίες, το franchise με το "Conquest" επιστρέφει ξανά στην θεματική περιοχή της αρχικής ταινίας, μόνο που αυτή τη στιγμή ο ρόλος του Charlton Heston πηγαίνει στον πίθηκο Caeser: είναι ένας ήρωας αποκομμένος από τον χρόνο, είναι πλέον ο μόνος που έχει μείνει από το είδος του, καταδικασμένος να ζήσει το παρελθόν που αφηγούνταν οι γονείς του στην προηγούμενη ταινία, δρώντας, όμως, πλέον σαν καταλύτης, για ταχύτερη εξέλιξη των γεγονότων και βρίσκεται σε μια κοινωνία όπου ένα ολόκληρο είδος αντιμετωπίζεται ως σκλάβοι με τους πιθήκους να δρουν ως κατοικίδια/σκλάβοι και τους ανθρώπους να εμφανίζουν τον χειρότερο εαυτό τους, για τον οποίο έμειναν γνωστοί στην ιστορία του franchise.
Το ενδιαφέρον που κάνει η ταινία είναι ότι παραλληλίζει την ιστορία του Caesar και των σκλάβων πιθήκων με τους κυριολεκτικούς σκλάβους της αμερικανικής ιστορίας, χάνοντας την λεπτότητα μέσα στο προφανές της σύγκρισης αλλά κερδίζοντας ιδεολογικό υπόβαθρο, πιο καθαρό από κάθε άλλο φιλμ της σειράς. Το "Conquest..." εξάλλου δεν έχει πολλή ιστορία για να διηγηθεί. Ήδη από την μέση, όσες εξελίξεις είναι να γίνουν έχουν πραγματοποιηθεί ήδη και το δεύτερο μισό αφιερώνεται στην κινηματογράφηση της επανάστασης των πιθήκων, περισσότερο βίαια από ό,τι έχει αποθανατίσει ποτέ το franchise, και όσο ικανά έχουμε να δούμε μόνο από τον αρχικό Πλανήτη των Πιθήκων (ειδικά στην μέση της διάρκειας, το φιλμ ακολουθεί και μια ελλειπτική μέθοδο αποτύπωσης της προετοιμασίας της επανάστασης, χωρίς επιπλέον μουσική υπόκρουση, θυμίζοντας για πρώτη φορά την δεξιοτεχνία που είχε επιδείξει η πρωτότυπη ταινία και συνεχίζοντας τους παραλληλισμούς τόσο θεματικά όσο και τεχνικά). Η μάχη είναι έντονη, οι σκηνές επιδέξια χορογραφημένες και, επιτέλους, η ένταση δικαιολογεί την ιστορία του franchise.
Παρεμπιπτόντως, η σειρά πάντα έδινε μεγάλη σημασία στην ικανότητα του λόγου και το πότε αυτή αποκαλύπτονταν στην αντίπαλη παράταξη. Έπρεπε να περάσει μια ολόκληρη ώρα στον Πλανήτη των Πιθήκων μέχρι να αντιληφθούν οι πίθηκοι ότι ο Τέιλορ είναι ομιλών άνθρωπος, το "Beneath..." έκλεισε με την Νόβα να είναι η πρώτη άνθρωπος της εποχής της που ξεκίνησε να μιλά (αν και το μέλλον την απέκλεισε από οποιαδήποτε εξέλιξη), στο "Escape..." η Zira και ο Cornelius εσκεμμένα απέκρυψαν την ομιλία τους μέχρι να μην αντέχουν άλλο ενώ το φιλμ έκλεισε με την πρώτη λέξη του παιδιού τους και, τελικά, στο "Conquest..." όχι μόνο η ομιλία του Caesar προκαλεί τον φόβο των ανθρώπων αλλά και στο φινάλε, τα πρώτα λόγια της Lisa (διστακτικά, όπως και της Νόβα) δείχνουν ότι αυτή ήταν μόνο η αρχή. Πέρα από την μάχη μεταξύ πολιτισμού, αλλαγής και της πραγματικής έννοιας της εξέλιξης, η δύναμη του λόγου είναι το αμέσως επόμενο σεναριακό θεμέλιο του franchise.
Σημείωση: Το Conquest... αποτελεί και το αρχικό υλικό του Rise of The Planet of the apes, διατηρώντας ακόμα τον Caesar ως πρωταγωνιστή αλλά αλλάζοντας τo origin της ιστορίας, μετατρέποντάς την περισσότερο σε "downfall of the men" παρά "rise of the apes". (3.5*/5) (letterboxd)
Battle for the Planet of the Apes (1973) του J. Lee Thompson
To "Battle..." δυστυχώς κλείνει το franchise με την χειρότερη ταινία του, όντας κυρίως θύμα του κατακρεουργημένου budget που αναγκάζει τον στρατό των ανθρώπων να κάνει επιδρομή στην πόλη (=πέντε σκηνές) των πιθήκων με τρία οχήματα και δεκαπέντε άτομα και να μιλά για επικές διαστάσεις σε άδεια σκηνικά και φτωχά σκηνοθετικά τρικ, που επιχειρούν να αποκρύψουν την αλήθεια. Ως συνέπεια, το αποτέλεσμα θυμίζει περισσότερο σχολική παράσταση και ο Σίζαρ, αντί για Μεσσίας των πιθήκων, περισσότερο θυμίζει τον πρόεδρο του χωριού, κάτι που σίγουρα δεν ευνοεί την κληρονομιά της ταινίας.
Παρόλα αυτά, η ιστορία κάνει φιλότιμες προσπάθειες για να δώσει θεολογικές προεκτάσεις στην ιστορία (μέχρι ακόμα και στο τελικό πλάνο του αγάλματος που... δακρύζει), να επαναφέρει το timeline στην χρονική περίοδο της πρωτότυπης ταινίας (η αρχή και το τέλος του μέλλοντος διαδραματίζονται την χρονιά που κάνει την ηχογράφησή του στην αρχή του Planet of the Apes o Charlton Heston), να δώσει τον απαραίτητο Βρούτο στον "Καίσαρα" του Caesar και. γενικά, να αποτελέσει μια ιστορία έξωσης των πιθήκων από τον Παράδεισό τους.
Η αποτυχία έγκειται στο ότι όλα αυτά αγγίζονται επιδερμικά, περισσότερο ως ιδέες και λιγότερο ως θεματικές μια ταινίας ενός, έτσι κι αλλιώς, φορτωμένου από ιδεολογικούς συμβολισμούς franchise, χωρίς να καταφέρνουν να δημιουργήσουν τον απαιτούμενο προβληματισμό ή/και θρήνο, όπως θα επιθυμούσαν. Το καλό, όμως, είναι ότι ακριβώς αυτοί οι προβληματισμοί αποτελούν την βάση του επερχόμενου "Dawn...", το οποίο έρχεται κατά κάποιον τρόπο να αποκαταστήσει την ιστορική αδικία. Περισσότερα για αυτό την Πέμπτη, υποθέτω. (2*/5) (letterboxd)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου