Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2012

Ριβιουπόστ #2/2012: Τα Muppets, Η Γυναίκα με τα Μαύρα και Οι απόγονοι στα Ανεμοδαρμένα Ύψη (και όχι μόνο)

Είναι η εποχή που οι κινηματογραφικές εταιρίες βομβαρδίζουν τον μέσο σινεφίλ ασταμάτητα με προτάσεις και αυτό έγινε προφανές και με το πρώτο installment των ριβιουπόστ για φέτος. Σε αυτή την έκδοση, Wuthering Heights, Iron lady, Descendants, Παράδεισος, Carnage, Άδικος Κόσμος, Η γυναίκα με τα Μαύρα και, last but definitely not least, τα Muppets. Και τέλος πάντων, screw την προηγούμενη σειρά, όπως θέλω εγώ θα τα πω.


The Muppets (4*/5)
“Am I a man or am I a muppet” τραγουδούν ο Gary (Jason Segel) και ο αδελφός του ο Walter και ο θεατής δεν ξέρει αν πρέπει να συγκινηθεί ή να γελάσει με την ψυχή του με το υπέροχο αυτό στιγμιότυπο. Hint: τα κάνει ταυτόχρονα και τα δύο τελικά. 

Τα Muppets επιστρέφουν στον κινηματογράφο θριαμβευτικά αγκαλιάζοντας και αυτά με τον τρόπο τους το γενικότερο θέμα της σεζόν, την νοσταλγία, αποδεικνύοντας πως όταν κάτι γίνεται σωστά, το αποτέλεσμα είναι απενοχοποιημένη και απολαυστική οικογενειακή διασκέδαση. Αστείρευτα αστεία, αυτοπαροδικά και με πλήρη συνείδηση της δημιουργίας τους ανά πάσα στιγμή, επιβεβαιώνουν την διαχρονικότητά τους και συνεχίζουν επάξια το όραμα του δημιουργού τους, Jim Henson, έστω και, πλέον, κάτω από την ομπρέλα της Disney. Όταν το καλοκαίρι του 1999, τα Muppets έκαναν την τελευταία κινηματογραφική τους εμφάνιση με το Muppets from Space, αποτυγχάνοντας να τραβήξουν το ενδιαφέρον κοινού και κριτικών, ο Roger Ebert είχε γράψει πως «ίσως τα Muppets στο μέλλον κάνουν το comeback τους. Το ελπίζω, γιατί δεν φαίνεται να ενδιαφέρομαι και πολύ πλέον». Ε, λοιπόν, think again, Mr. Ebert. Τα Muppets τα κατάφεραν

Στον πυρήνα της ιστορίας, ο Walter είναι ο μεγαλύτερος θαυμαστής των Muppets στον κόσμο. Όταν λοιπόν ο αδερφός του, Gary (Jason Segel) και η αιώνια κοπέλα του Mary (Amy Adams) πηγαίνουν στο Los Angeles για να γιορτάσουν την δέκατη επέτειό τους, ο Walter θα πάει μαζί τους για να δει το studio όπου γυρίστηκαν τα Muppets στην χρυσή εποχή τους. Εκεί θα ανακαλύψουν την συνωμοσία του μεγαλοεπιχειρηματία Tex Richman (Chris Cooper), ο οποίος αγοράζει το studio ώστε να το γκρεμίσει και να αντλήσει τα αποθέματα πετρελαίου ακριβώς από κάτω. Με 10 εκατομμύρια δολάρια, τα Muppets θα μπορέσουν να ξαναγοράσουν το θέατρο και να αποτρέψουν την καταστροφή, αρκεί ο Kermit ο βάτραχος, ο Walter, ο Gary και η Mary, να καταφέρουν να πείσουν την υπόλοιπη παρέα να επιστρέψει για έναν εντυπωσιακό τηλεμαραθώνιο. Αρκεί να βρουν κανάλι που διατίθεται να τους φιλοξενήσει. Α, και έναν διάσημο star για την παρουσίαση, φυσικά. 

Πετυχαίνοντας διάνα σε όλα τα σημεία, η ταινία των Muppets επαναφέρει το franchise στο προσκήνιο with a bang, στήνοντας μια πανδαισία συναισθημάτων, μουσικών σκετς και απολαυστικών διαλόγων, πασπαλισμένα με πληθώρα διασημοτήτων και καλεσμένων, που παραδοσιακά δίνουν το παρόν σε κάθε τέτοια περίπτωση, αλλά με πλήρη επίγνωση της εποχής και της σύγχρονης πραγματικότητας. Στα συν, επίσης, και η συνοδευτική προβολή του μικρού μήκους επεισοδίου του Toy Story, Small Fry, που προετοιμάζει άψογα το έδαφος θεματικά και ποιοτικά για την προβολή της ταινίας. Καλώς ήρθατε και πάλι, Muppets. Μας είχατε λείψει.


The Woman In Black (Η Γυναίκα με τα Μαύρα) (3*/5)
Είναι ιδιαίτερα ψαρωτικό όταν εμφανίζεται το logo της Hammer στην μεγάλη οθόνη για τους κινηματογραφόφιλους της νέας γενιάς. Η θρυλική βρετανική εταιρία παραγωγής κυρίως ταινιών τρόμου (αλλά και επιστημονικής φαντασίας, φιλμ νουάρ και θρίλερ) που έκανε αίσθηση το χρονικό διάστημα 1950-1970 ως Hammer Horror και μετέτρεψε το τέρας του Frankenstein, την Μούμια και τον Δράκουλα (με την μορφή του Christopher Lee) σε σύμβολα γοτθικού τρόμου πραγματοποιεί επιστροφή στις ρίζες της με την Γυναίκα με τα Μαύρα, την πρώτη της μεγάλη ουσιαστικά παραγωγή μετά την αναβίωσή της το 2007. Βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο της Susan Hill, το οποίο με την σειρά του έγινε η δεύτερη μακροβιότερη παραγωγή του West End μετά την Ποντικοπαγίδα, η ταινία ξεσκονίζει όση στάχτη Harry Potter απέμεινε στους ώμους του Daniel Radcliffe, και βουτάει την ιστορία της στην απόλυτη ομίχλη της βρετανικής επαρχίας στα όρια του 19ου και του 20ου αιώνα, εκεί όπου η ανάπτυξη της τεχνολογίας δεν έχει εξαπλωθεί ακόμα

Ένας νεαρός δικηγόρος, ο Arthur Kipps (Daniel Radcliffe), χήρος και πατέρας ενός τετράχρονου αγοριού (του οποίου η μητέρα πέθανε κατά την γέννα), αναλαμβάνει να ταξιδέψει στα βάθη της θρησκόληπτης, βρετανικής επαρχίας για να τακτοποιήσει, μετά τον θάνατό της, την περιουσία της Alice Drablow και την μεγαλοπρεπή έπαυλή της στο Έλος των Χελιών. Η τοπική κοινωνία θα φανεί περισσότερο από αφιλόξενη και ο Arthur, στην πορεία, θα ανακαλύψει μια ιστορία τρόμου, φαντασμάτων, πολλών νεκρών παιδιών και της Γυναίκας με τα Μαύρα. 

Ο James Watkins του Eden Lake (Fassbender alert, κορίτσια) χτίζει το καλύτερο περιβάλλον για μια τέτοια ιστορία γοτθικού τρόμου, γεμίζοντας τα κάδρα του ξεφτισμένα χρώματα, απειλητικές σκιές, κρυφές γωνίες και ανησυχητικά ηχητικά εφέ. Σποραδικά, χρησιμοποιεί αποτελεσματικά και πολλές «μπου» στιγμές όμως αυτό που κάνει εντύπωση είναι ότι οι ατμοσφαιρικές σκηνές είναι τελικά πιο αποτελεσματικές από τα ξαφνικά τρομάγματα. Η έπαυλη του Έλους των Χελιών είναι ένας αφιλόξενος χώρος και ο Watkins φροντίζει να το αποδείξει με κοντινά πλάνα σε κάθε ανατριχιαστική λεπτομέρεια, από τους σκοτεινούς διαδρόμους μέχρι τα απόκοσμα ψυχρά παιχνίδια που γεμίζουν τα δωμάτια του σπιτιού, γεμίζοντας σκηνές με σιωπές και λίγους διαλόγους, βασιζόμενος καθαρά στο χτίσιμο της ατμόσφαιρας. Στην τελική, οι «μπου» στιγμές φθηναίνουν το συνολικό αποτέλεσμα, καθώς φαίνεται ότι εδώ υπήρχε η δυνατότητα δημιουργίας κάτι πραγματικά στοιχειωτικού

Ο Radcliffe, επαρκής αλλά όχι scene-stealer, δεν απογοητεύει και σίγουρα κερδίζει πόντους με την προσπάθεια αντιστροφής της εικόνας που έχτισε τόσα χρόνια η περσόνα του Harry Potter. Σε γενικές γραμμές, η Γυναίκα με τα Μαύρα, αποτελεί μία έντιμη προσπάθεια που σίγουρα προσφέρει όσα υπόσχεται αλλά αφήνει μια αίσθηση χαμένης ευκαιρίας για κάτι πολύ πιο έντονο και διαχρονικό. Η επιστροφή στον γοτθικό τρόμο είναι πάντα ευπρόσδεκτη, όμως, ακούς κυρ-Hammer μου;


Άδικος Κόσμος (3*/5)
Ο Άδικος Κόσμος του Φίλιππου Τσίτου παρουσιάζει την ιστορία του Σωτήρη, του μπάτσου της διπλανής πόρτας με την χρυσή καρδιά και την αίσθηση επιβολής του δίκαιου που τον καταπνίγει. Έπειτα από μία αλληλουχία γεγονότων, ο Σωτήρης θα χρειαστεί να αντιμετωπίσει τα ιδεώδη του στους ανθρώπους που τον περιβάλλουν, αλλά και στον ίδιο του τον εαυτό, όταν γνωρίσει την Δώρα, την γυναίκα που ενδεχομένως να έχει κάτι που χρειάζεται πολύ. Περισσότερα για την ταινία εδώ.


Wuthering Heights (Ανεμοδαρμένα Ύψη) (4*/5)
Σύντομο μάθημα ιστορίας: Τα "Ανεμοδαρμένα Ύψη" της Emily Brontë πρωτοεκδόθηκαν το 1847 ύστερα από πολλές δυσκολίες και μόνο μετά την επιτυχία του βιβλίου της αδερφής της Charlotte Brontë, Jane Eyre. Αποδέκτης ιδιαίτερα σκληρών κριτικών στην εποχή του λόγω της σωματικής και ψυχικής βίας που περιγράφει, χρειάστηκε να περάσουν χρόνια ώστε να καθιερωθεί ως ένα από τα κορυφαία δείγματα της βρετανικής λογοτεχνίας και τελικά παρέμεινε ως το μοναδικό έργο της συγγραφέως. Τέλος σύντομου μαθήματος ιστορίας.

Ένα τέτοιο έργο ήταν λογικό να τραβήξει το ενδιαφέρον πολλών ανθρώπων των τεχνών και να μεταφερθεί σε θέατρο, κινηματογράφο, όπερα, τηλεόραση πλείστες φορές. Η Andrea Arnold είναι η τελευταία σε μια σειρά ανθρώπων που προσπαθεί να δώσει νέα πνοή στην ιστορία του Heathcliff και της Kathy, που καθόρισε τις ζωές τους και ανατάραξε τις ισορροπίες και τα ήθη της εποχής, όταν ο πάτερ φαμίλιας των Earnshaw έφερε στην οικογένειά του τον Heathcliff, μαζεύοντάς τον από τον δρόμο.

Είναι ιδιαίτερα ανακουφιστική, λοιπόν, η διαπίστωση ότι η Andrea Arnold έχει όντως κάτι καινούριο να προσδώσει στην κληρονομία του βιβλίου. Για αρχή, εκμεταλλεύεται την εσκεμμένη ασάφεια της Brontë ως προς την πραγματική φύση του Heathcliff και τον παρουσιάζει ως μαύρο, σε πλήρη αντίθεση με το υπόλοιπο cast. Επίσης, αφαιρεί από το έργο της τους περιττούς διαλόγους και αφήνει στην φύση να παίξει τον πρώτο ρόλο, ως εξωτερίκευση των συναισθημάτων των πρωταγωνιστών. Στην ταινία της, η φύση δεν είναι απλά ο χώρος όπου διαδραματίζονται τα γεγονότα. Είναι ένας ξεχωριστός χαρακτήρας, αναπνέει, εξελίσσεται, δημιουργεί και καταστρέφει. Η απουσία ηχητικής μπάντας από την ταινία (μέχρι να σημάνουν το τέλους οι νότες των Mumford & Sons) δημιουργεί μία συνεχή ένταση που κορυφώνεται μαζί με το σφύριγμα του ανέμου. Οι σιωπές, τα βλέμματα, οι αναπνοές των πρωταγωνιστών έρχονται σε πρώτο πλάνο και αυτό έχει ως αποτέλεσμα η ψυχολογική βία κι ένταση να γίνεται πιο επίπονη από την σωματική. Όλα αυτά απογυμνώνουν το έργο της Arnold από το χρονικό περιορισμό της αρχικής ιστορίας και, εξαιρώντας τα ρούχα που αναπαριστούν την εποχή, η ιστορία αποκτά διαχρονικό χαρακτήρα και εν τέλει καταλήγει να είναι απόλυτα σύγχρονη και μοντέρνα.

Κατά στιγμές απαιτητικά στην θέασή τους αλλά τελικά απόλυτα rewarding στην αίσθηση που αφήνουν, τα «Ανεμοδαρμένα ύψη» αξιοποιούν στο έπακρο τις δυνατότητες του cast, που δίνει το καλύτερό του εαυτό (η πανέμορφη Kaya Scodelario κλέβει άνετα την ανάσα με την εύθραυστη παρουσία της) αλλά στην τελική παραμένουν το όραμα μιας εξαιρετικής δημιουργού και ξέρει να αναγνωρίζει το κλασικό και να το αναδεικνύει στην σύγχρονη εποχή, προσφέροντας στην ουσία μία από τις καλύτερες λογοτεχνικές μεταφορές των τελευταίων χρόνων.


The Descendants (Οι απόγονοι) (3*/5)
Όποιος είναι εξοικειωμένος με την φιλμογραφία του Alexander Payne γνωρίζει πως ο ελληνικής καταγωγής αμερικανός ειδικεύεται στις ταινίες όπου πάντα μέσα στο γέλιο υπάρχει περισσότερο ή λιγότερο καλά κρυμμένη η θλίψη (Election, Sideways, About Schmidt). Οι χαρακτήρες του είναι συνήθως γεμάτοι μειονεκτήματα αλλά με μεγάλη καρδιά και μια ιδιότυπη αίσθηση της ηθικής και αυτό είναι συνήθως αυτό που πληρώνουν σε όλη τη διάρκεια της ταινίας. Οι απόγονοι, η πιο πρόσφατη ταινία του Alexander Payne, που τις τελευταίες βδομάδες άρχισε να ξεχωρίζει στην κούρσα των κινηματογραφικών βραβείων, δεν ξεφεύγει από αυτή την φόρμουλα και είναι μάλλον κοντύτερα σε ότι καλύτερο έχει δημιουργήσει ο σκηνοθέτης (εξακολουθώντας βέβαια να έρχεται δεύτερο μετά το εκπληκτικό Election) από την αρχή της καριέρας του.

Ο Matt King είναι δικηγόρος, πατέρας δύο κοριτσιών και μεγαλογαιοκτήμονας στην Χαβάη, λόγω της καταγωγής του από τοπικούς άρχοντες 150 χρόνων πριν. Όταν η γυναίκα του πέσει σε κώμα λόγω ενός ατυχήματος με σκάφος η ζωή του θα αρχίσει να καταρρέει. Καθώς οι ξάδερφοί του τον πιέζουν να πάρει την τελική απόφαση σχετικά με την πώληση των τεράστιων εκτάσεων που κατέχουν, μαθαίνει ότι η γυναίκα του τον τελευταίο καιρό τον απατούσε συστηματικά ενώ παράλληλα προσπαθεί να τιθασεύσει τις δυο κόρες του, οι οποίες φαίνεται ότι έχουν τους δικούς τους κανόνες συμπεριφοράς. Όσο λοιπόν η ημερομηνία της τελικής απόφασης πλησιάζει, ο Matt μαζί με τις κόρες του αποφασίζει να αντιμετωπίσει τον εραστή της γυναίκας του, σε μία προσπάθεια συμφιλίωσης με την ίδια του την κληρονομιά.

Ο George Clooney δίνει έναν αέρα συμπαθέστατης απελπισίας στον Matt King, ενσταλάζοντάς τον με ισόποσες δόσεις χιούμορ και δράματος και καταφέρνοντας να κάνει τον θεατή σύμμαχό του στον αγώνα που έχει ξεκινήσει. Το σενάριο της ταινίας εξάλλου προσφέρει αρκετά διασκεδαστικά επεισόδια μέχρι την τελική κατάληξη που στρώνουν πολύ ομαλά το έδαφος για την ψυχολογική μεταστροφή του πρωταγωνιστικού χαρακτήρα και την ενδυνάμωση των οικογενειακών δεσμών του με τις κόρες του. Η πολύ καλή υποστηρικτική ερμηνεία της Shailene Woodley βοηθά την ιστορία και προσφέρει επίσης την κατάλληλη δυναμική στο δίπολο πατέρας-κόρης.

Εν κατακλείδι, ο Alexander Payne βρίσκεται σε γνώριμα νερά και αυτό φαίνεται από την ικανότητα χειρισμού του υλικού του. Το δράμα συνυπάρχει με την κωμωδία, το γέλιο βγαίνει χωρίς να εκβιάζεται μέσα από δραματικές καταστάσεις όπως πρέπει να συμβαίνει σε κάθε καλή κωμωδία, ενώ άλλες σκηνές προσφέρουν έντονη δραματικότητα, που ενδεχομένως να συγκινήσουν τους ευαίσθητους. Όλα καλά δηλαδή, όμως δε θα ήταν άσχημη μια ενδεχόμενη αλλαγή της συνταγής του Payne στο μέλλον για να ταρακουνήσει λίγο τα νερά και να αποδείξει ότι μπορεί ακόμη να εκπλήξει το γνώριμο κοινό του.


Παράδεισος (1,5*/5)
Στη διάρκεια του πατρινού καρναβαλιού, κόσμος ερωτεύεται, χωρίζει και γενικώς μπλέκει τα μπούτια του παρτάροντας, μεθώντας και μαλώνοντας. Περισσότερα για την ταινία εδώ.


Carnage (O Θεός της Σφαγής) (3*/5)
O Roman Polanski δημιουργεί μια ακόμη διαφορετική ταινία και μεταφέρει, με την βοήθεια της ίδιας, το ομώνυμο θεατρικό έργο της Yasmine Reza για δύο ζευγάρια που συναντώνται με σκοπό να επιλύσουν έναν καβγά ανάμεσα στους γιους τους, που κατέληξε στον τραυματισμό του ενός. Φυσικά, αυτό θα προκαλέσει μία μεγαλύτερη σύγκρουση, που θα ξεπεράσει όλα τα προσχήματα πολιτισμού και θα βγάλει στην επιφάνεια όλη την μικρότητα και τα ελαττώματα του ανθρώπου που πρεσβεύει ο  καθαρά ενστικτώδης Θεός της Σφαγής. Jodie Foster, Kate WinsletChristoph Waltz και John C. Reilly εκτοξεύουν φαρμακερές ατάκες σε όλη την (σύντομη) διάρκεια της ταινίας χωρίς όμως να καταφέρνουν να κρύψουν την θεατρική φύση του έργου, που μοιάζει να ασφυκτιά μέσα στους τέσσερις τοίχους, όσα σκηνοθετικά τρικ κι αν δοκιμάζει ο Polanski για την διευκόλυνση της ροής. Στα αρνητικά της ταινίας καταλογίζεται και το απότομο κλείσιμο, που αφήνει μια αίσθηση ανολοκλήρωτου.


The Iron Lady (Η Σιδηρά Κυρία) (2*/5)
Η Meryl Streep επιστρέφει στην κούρσα των βραβείων με το Iron Lady, την δραματοποίηση της ζωής της Σιδηράς Κυρίας της Μ. Βρετανίας Margaret Thatcher. Δυστυχώς η ταινία ξύνει μόνο επιδερμικά το πολιτικό της έργο και αποτελεί ουσιαστικά την απολιτίκ ιστορία μιας ισχυρής γυναίκας που τόλμησε να αμφισβητήσει την υπάρχουσα ανδροκρατία της κοινωνίας της μέχρι να υποκύψει στην άνοια της ηλικίας της. Σε γενικές γραμμές το αποτέλεσμα είναι αρκετά χλιαρό, αν εξαιρέσεις την πάντα αξιόπιστη Meryl Streep, που αφοσιώνεται με το ίδιο πάθος σε κάθε project και αναμενόμενα λάμπει και εδώ.

2 σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...